Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2011

Γιώργος Βασσάλος: Η νέα οικονομική διακυβέρνηση της Ευρώπης


Η παγκόσμια οικονομική κρίση που βρίσκεται σε εξέλιξη από το 2008 ξέσπασε ως τραπεζική κρίση. Έχει ωστόσο τις ρίζες της στον τρόπο που «επιλύθηκε» η κρίση της δεκαετίας του 1970. Η αστική τάξη αποφάσισε τότε να αντιμετωπίσει εγγενείς αντιφάσεις του καπιταλιστικού συστήματος, όπως την πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους, με τη ριζική μείωση του μεριδίου της εργατικής τάξης στον παραγόμενο πλούτο και τη δημιουργία χρηματοπιστωτικών φουσκών που επέτρεψαν στην καπιταλιστική οικονομία να επιδείξει και πάλι αυξανόμενη κερδοφορία. Ο ίδιος ο Ευρωπαίος Επίτροπος Κοινωνικών Υποθέσεων Λάζλο Άντορς ανέφερε το συνεχώς μειούμενο μερίδιο της εργασίας στο ΑΕΠ και την αύξηση των ανισοτήτων ως αιτίες της κρίσης. Δεν φαίνεται όμως να απασχολεί κανέναν τι λέει ο Επίτροπος Κοινωνικών Υποθέσεων. Η επίσημη εκδοχή είναι ότι η κρίση προκαλείται από τον «υπερβολικά μεγάλο δημόσιο τομέα» και τους «υπερβολικά μεγάλους μισθούς». Τι κι αν επιστημονικά η θέση αυτή είναι αδύνατο να στηριχτεί; Ο πολιτικός και κοινωνικός συσχετισμός επιτρέπει την επιβολή της. Αυτή η εξήγηση της κρίσης ανταποκρίνεται στην απελπισμένη ανάγκη του κεφαλαίου να αναζητήσει κερδοφορία σε νέους τομείς που συχνά παραμένουν ακόμα δημόσιες υπηρεσίες (υγεία, παιδεία, κ.ά.) και να συμπιέσει κι άλλο αυτό που αποκαλεί «κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος »: τους εργαζόμενους.

Ο Άλαν Γκρίνσπαν, πρώην διευθυντής της αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας (FED), στη μελέτη του «Η Κρίση», έγραψε: «Αν δεν υπάρξει μια επιλογή της κοινωνίας να εγκαταλείψει τις αγορές και να προτιμήσει κάποιο είδος κεντρικού σχεδια­σμού, φοβάμαι ότι στο τέλος θα είναι αδύνατο να σταματήσουμε τις διάφορες φούσκες. Το να απαλύνουμε τις συνέπειες του σκασίματός τους φαίνεται να είναι το καλύτερο που μπορούμε να ελπίζουμε».[1] Μ’ άλλα λόγια, πέρα από τη συμπίεση των μισθών, το κεφάλαιο δεν ξέρει τι άλλο να κάνει για να ξεπεράσει την κρίση του, και μάλιστα βλέπει ότι η συμπίεση αυτή δεν θα είναι αρκετή. Γι’ αυτό λοιπόν φοβάται και πάλι –για πρώτη φορά μετά το 1990– την προοπτική του κε­ντρικού σχεδιασμού. Η μεταρρύθμιση του τρόπου που κυβερνώνται οι οικονομίες των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποσκοπεί στην οργάνωση της ενστικτώδους αυτής επίθεσης του κεφαλαίου στους εργαζόμενους και τη δημόσια περιουσία. Για τα υπόλοιπα… θα δουν αργότερα.

Η μεταρρύθμιση της οικονομικής διακυβέρνησης έρχεται με κύματα νομοθετικών πακέτων και αποφάσεων συνόδων. Τέσσερα κύματα έχουν ήδη ολοκληρωθεί:

Το Σύμφωνο για το Ευρώ 
Ας αρχίσουμε από το Σύμφωνο για το Ευρώ, το έγγραφο που εκφράζει καθαρότερα τους στόχους των ευρωπαϊκών αστικών τάξεων. Είναι ένα έγγραφο «δέσμευσης» που υπογράφτηκε από 23 από τις 27 κυβερνήσεις της Ε.Ε. (Αγγλία, Σουη­δία, Τσεχία και Ουγγαρία δεν το υιοθέτησαν). «Η εκπλήρωση των δεσμεύσεων και η πρόοδος προς την επίτευξη των κοινών στόχων πολιτικής θα παρακολουθούνται κατ’ έτος (...) από τους Αρχηγούς Κρατών (...) με βάση έκθεση της Κομισιόν».[2] Το αρχικό έγγραφο προτάθηκε ως «Σύμφωνο για την Ανταγωνιστικότητα» από τους Μέρκελ-Σαρκοζί τον Φεβρουάριο του 2011. Τελικά εγκρίθηκε στη σύνοδο της 25ης Μαρτίου 2011. Τα κύρια σημεία του είναι τα εξής:

1. Mείωση μισθών με τέσσερις τρόπους: α) κατάργηση της τιμαριθμικής προσαρμογής (ή στο­ιχείων αυτής) όπου υπάρχει (Βέλγιο, Λου­­ξεμ­­βούρ­­γο, Κύπρος, Ισπανία), β) «αποκέντρωση» των συλλογικών διαπραγματεύσεων και συμ­­βάσεων, γ) πάγωμα των μισθών στον δημόσιο τομέα με σκοπό να δοθεί καθαρό σήμα για μειώσεις και στον ιδιωτικό, δ) αντιστοίχιση μισθών στην παραγωγικότητα (μείον τον πληθωρισμό) και την ανταγωνιστικότητα.

2. Αύξηση των ηλικιακών ορίων συνταξιοδότησης για όλους τους εργαζόμενους.

3. Περισσότεροι φόροι για τους φτωχούς και λιγότεροι για τους πλούσιους, με καθιέρωση περισσότερων έμμεσων φόρων (Φ.Π.Α. κ.ά.) και μείωση των φόρων εισοδήματος.

4. Μείωση των κρατικών δαπανών (άρα και των δαπανών για παιδεία, υγεία κ.λπ.) χάριν του «φρένου στο χρέος». Το Σύμφωνο απαιτεί από τα κράτη την εισαγωγή νομικής και κατά βάση συνταγματικής απαγόρευσης των «υπερβολικών» ελλειμμάτων.

Όλα αυτά τα μέτρα είχαν ζητηθεί ρητά από τη συνομοσπονδία των ευρωπαϊκών συνδέσμων βιομηχάνων (BusinessEurope) ήδη από τον Μάρ­τιο του 2010, όπως έδειξε μελέτη του Παρατηρητήριου της Ευρώπης των Πολυεθνικών (Corp­orate Europe Observatory).[3]

To νομοθετικό πακέτο της οικονομικής διακυβέρνησης 
Το Σύμφωνο για το Ευρώ δεν προβλέπει ποινές σε περίπτωση που δεν εφαρμοστεί το περιεχόμενό του. Ο μηχανισμός επιβολής των παραπάνω κατευθύνσεων παρέχεται στην Ε.Ε. από το νομοθετικό πακέτο για την οικονομική διακυβέρνηση. Το πακέτο αποτελείται από πέντε κανονισμούς (με άμεση ισχύ στα κράτη-μέλη) και μία οδηγία (που πρέπει να μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο). Ψηφίστηκε στο Ευρωκοινοβούλιο τον Σεπτέμβριο του 2011 και εγκρίθηκε από το Συμβούλιο στις 4 Οκτω­­βρίου.  Οι τρεις κανονισμοί επιφέρουν την αυστηροποίηση του Συμφώνου Σταθερότητας που υπάρχει από το 1997 και αφορά την τιμωρία των κρατών σε περίπτωση υπερβολικού ελλείμματος. Οι κύριες αλλαγές που επιφέρουν στο Σύμφωνο Σταθερότητας είναι:

1. Η Ε.Ε. μπορεί να επιβάλει «τοκοφόρο κατάθεση» υπέρ της στα κράτη-μέλη σε περίπτωση που κρίνει ότι αποκλίνουν γενικά από τις συστάσεις της, ακόμα και πριν τα κράτη παραβιάσουν το όριο του 3% στο έλλειμμά τους.

2. Όλες οι χρηματικές ποινές (τοκοφόρος κατάθεση, άτοκη κατάθεση όταν παραβιαστεί το 3% και πρόστιμο όταν δεν πετύχει η διόρθωσή του) επιβάλλονται τώρα με πρόταση της Κομισιόν, εκτός αν μια ενισχυμένη πλειοψηφία (60-70% των κρατών-μελών) εναντιωθεί μέσα σε 10 ημέρες. Μέχρι τώρα, οι κυρώσεις έπρεπε να εγκριθούν από το 60-70% των κρατών-μελών. Τώρα λοιπόν οι ποινές της Κομισιόν θα έχουν σχεδόν αυτόματη ισχύ.

3. Μέχρι τώρα οι κυρώσεις περιορίζονταν στο έλλειμμα. Τώρα επεκτείνονται και στην «όχι αρκετά γρήγορη» μείωση του δημοσίου χρέους όταν αυτό είναι πάνω από 60% του ΑΕΠ.

Η απαγόρευση σε εθνικό επίπεδο των ελλειμμάτων και χρεών που είδαμε στο Σύμφωνο για το Ευρώ λειτουργεί συμπληρωματικά με τις παραπάνω προβλέψεις. Ο πρώτος κανονισμός προβλέπει επίσης την επιτήρηση της εξέλιξης των κρατικών δαπανών, των οποίων η αύξηση δεν πρέπει ποτέ να ξεπερνά το ποσοστό αύξησης του ΑΕΠ. Έτσι θα συμπιεστούν παντού οι δαπάνες για την υγεία, την παιδεία, τις συντάξεις.

Δύο ακόμα κανονισμοί («Πρόληψη και διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών» και «Κατασταλτικά μέτρα για τη διόρ­θωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών στην ευρωζώνη») εισάγουν μια εντελώς νέα διαδικασία ελέγχου της μακροοικονομικής πολιτικής. Πρόκειται για την παραχώρηση στην Κομισιόν μιας ανεξέλεγκτης εξουσίας να επιβάλλει πολιτικές στα κράτη. Η «μακροοικονομική επιτήρηση» θα γίνεται βάσει ενός πίνακα δεικτών που θα καταρτίζει και θα τροποποιεί κατά βούληση η Κομισιόν, συμβουλευόμενη τις κυβερνήσεις, αλλά χωρίς να είναι υποχρεωμένη να ακολουθήσει τη γνώμη τους. Κύριος στόχος είναι η επίβλεψη της πορείας της «ανταγωνιστικότητας» των οικονομιών. Γι’ αυτό θα παρακολουθούν μεγέθη όπως το χρέος του ιδιωτικού τομέα, τις τρέχουσες συναλλαγές, το μερίδιο αγοράς των εξαγωγών, τον πληθωρισμό, τις επεν­δύσεις αλλά και τη... συμβολή της εργασίας στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας. Το Σύμφωνο για το Ευρώ λέει ότι οι μισθοί πρέπει να αντιστοιχηθούν με την παραγωγικότητα μείον την τιμαριθμική προσαρμογή αλλά και την ανταγωνιστικότητα της εκάστοτε οικονομίας.[4] Δηλαδή να πέφτουν όταν πέφτει η παραγωγικότητα και, αν αυτή ανεβαίνει, να ανεβαίνουν μόνο ονομαστικά και μόνο αν κρίνεται ότι ανεβαίνει και η ανταγωνιστικότητα. Και φυσικά μιλάμε στην ουσία για την ανταγωνιστικότητα των μεγάλων ιδιω­τικών ομίλων κάθε χώρας.

Υπάρχουν τρεις ακόμα καθαρές ενδείξεις ότι η πορεία των μισθών θα συμπεριληφθεί στον πίνακα δεικτών της Κομισιόν για τη μέτρηση των μακροοικονομικών ανισορροπιών: (1) οι τρόποι με τους οποίους μπορούν οι υποδείξεις της Κομισιόν να επηρεάσουν αποφασιστικά το πλαίσιο δια­μόρ­φωσης των μισθών αναλύονται σε έγγραφο που διέρρευσε τον Ιούλιο του 2011·[5] (2) κατά την παρουσίαση των νομοθετικών προτάσεων τον Σεπτέμβριο του 2010, ο εκπρόσωπος της Κομισιόν Μάριο Μπούτι δήλωσε: «Όταν οι μισθοί στον δημόσιο τομέα καταστρέφουν την ανταγωνιστικότητα και τη σταθερότητα των τιμών τότε η (εκάστοτε) χώρα θα πρέπει να αλλάζει πολιτική. Και η εξέλιξη των μισθών στον δημόσιο τομέα έχει φυσικά μεγάλη επιρροή στον ιδιωτικό»· (3) στις συστάσεις που έχουν ήδη απευθυνθεί φέτος προς όλα τα κράτη-μέλη, τουλάχιστον επτά χώρες καλούνται να ψαλιδίσουν τους μισθούς. Επομένως, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, η Κομισιόν θα μπορεί να παραγγέλνει στις κυβερνήσεις πώς να διαμορφώσουν (βλ. μειώσουν) τους μισθούς, κι αν δεν συμμορφώνονται θα τους επιβάλλει –με βάση τους δικούς της δείκτες– πρόστιμα ίσα με το 0,1% του ΑΕΠ τους.

Η Συνθήκη της Λισσαβόνας –όπως και οι προηγούμενες συνθήκες της Ε.Ε.– λέει ρητά ότι οι μισθοί και άλλες κοινωνικές πολιτικές είναι αποκλειστική αρμοδιότητα των κρατών-μελών. Η διάταξη αυτή είχε εισαχθεί για να κόψει τον εν­­θουσιασμό των ευρω-φεντεραλιστών την εποχή των παχιών υποσχέσεων για «σύγκλιση». Οι ατσίδες της Ε.Ε. λένε τώρα ότι η συνθήκη απαγορεύει την ανάμιξη της Ε.Ε. στους μισθούς ως κοινωνική πολιτική, αλλά όχι ως οικονομική πολιτική που αποσκοπεί στην προώθηση της ανταγωνιστικότητας. Η δε BusinessEurope περιέγραψε –σε μια εκδήλωση των σοσιαλδημοκρατών– χωρίς περιστροφές πώς βλέπει τον κοινωνικό διάλογο σήμερα: «Αν οι κοινωνικοί εταίροι επιθυμούν να διατηρήσουν την αυτονομία τους, πρέπει να ενεργούν με υπεύθυνο τρόπο. Όταν ο κοινωνικός διάλογος αδυνατεί να καταλήξει σε συμπεράσματα, τότε θα πρέπει να επεμβαίνουν οι κυβερνήσεις». Ή δέχεστε με το καλό ή δέχεστε με φάπες, δηλαδή…

Στα τέλη Ιουνίου του 2011, η Συνομοσπονδία Ευρωπαϊκών Συνδικάτων «έκρυψε» 10.000 διαδηλωτές στην έρημη πόλη του Λουξεμβούργου τη στιγμή που στις Βρυξέλλες το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο αποφάσιζαν για το σαρωτικό αυτό νομοθετικό πακέτο. Την ημέρα της τελικής του ψήφισης, δεν έκανε απολύτως τίποτα. Οι σοσιαλδημοκράτες ευρωβουλευτές ανέλαβαν να περάσουν το πιο πρωτότυπο κομμάτι του (για τα μακροοικονομικά), και οι Πράσινοι ψήφισαν το μισό με το σκεπτικό ότι προωθεί την… «ιδέα» της ευρωπαϊκής ομοσπονδίας.

Το «ευρωπαϊκό εξάμηνο»
Το ευρωπαϊκό εξάμηνο είναι ένα χρονοδιάγραμμα πάνω στο οποίο θα βασιστεί η εφαρμογή του νομοθετικού πακέτου. Θεσπίστηκε με μια μικρή αλλαγή στο καταστατικό του Συμφώνου Σταθερότητας με απόφαση του Συμβουλίου τον Σεπτέμβριο του 2010 και μπήκε σε εφαρμογή φέτος τον Ιανουάριο του 2011. Σύμφωνα με αυτό, η Κομισιόν θα βγάζει μια γενική έκθεση για την πορεία των οικονομιών κάθε Ιανουάριο. Τον Απρίλιο, τα κράτη θα καταθέτουν τα προγράμματά τους για μεταρρυθμίσεις και σταθερότητα.  Με βάση τις εκθέσεις αυτές, θα καθορίζονται οι συστάσεις και οι ποινές στο πλαίσιο των κανονισμών της οικονομικής διακυβέρνησης. Κάθε Ιούνιο, η Κομισιόν θα καταθέτει τις τροποποιήσεις της στα εθνικά προγράμματα και κάθε Ιούλιο θα τις εγκρίνει το Συμβούλιο. Το φθινόπωρο, η κυβέρνηση που θα σκεφτεί να παρακούσει τις όποιες συστάσεις θα πρέπει να αναλογιστεί την πιθανότητα να δεχτεί πρόστιμο.

Το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF)
Τα παραπάνω αφορούν όλα τα κράτη-μέλη εκτός από εκείνα που πέφτουν στον Καιάδα των μακροχρόνιων ελλειμμάτων και της κατακόρυφης ανόδου του χρέους –  έστω κι αν η αιτία αυτών των δεινών ήταν η χορήγηση δισεκατομμυρίων στις τράπεζες και η κερδοσκοπία (και) των τραπεζών εναντίον των κρατών. Τη διοίκηση των οικονομιών αυτών αναλαμβάνει η Τρόικα ως όρο για παροχή «βοήθειας» από το EFSF. Από τη μια, λοιπόν, όλες οι χώρες θα υπόκεινται στον ασφυκτικό έλεγχο της Κομισιόν, ενώ, από την άλλη, σε όσες η πραγματικότητα των ίδιων των αντιφάσεων του καπιταλισμού αρνείται να συμμορφωθεί με τις νεοφιλελεύθερες συνταγές, θα αναλαμ­βάνεται πιο άμεση δράση: αποστολή ελε­­γκτών (πάλι από την Κομισιόν) στα υπουργεία, συγγραφή νομοθετημάτων στα αγγλικά που έπειτα θα μεταφράζονται, ευθείες εντολές από τον εκπρόσωπο Τύπου του Όλι Ρεν προς τα κόμματα, και τα υπόλοιπα ωραία που βλέπουμε στην Ελλάδα αλλά και σε Ιρλανδία-Πορτογαλία. Η νομική κατασκευή του EFSF είναι ιδιαίτερα αμφιλεγόμενη (κάποιοι μιλούν για ιδιότυπο hedge fund) και η νομική του βάση ανύπαρκτη. Ο μόνιμος μηχανισμός που θα το αντικαταστήσει το 2013 (Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας) και θα σημάνει τη μόνιμη θεσμική ανάμιξη των Η.Π.Α. στα οικονομικά της Ε.Ε. μέσω του Δ.Ν.Τ. απαίτησε να αναθεωρηθεί με ταχύρυθμες και αντικανονικές διαδικασίες η Συνθήκη της Λισσαβόνας, για την οποία οι εθνικές αστικές τάξεις είχαν χρειαστεί επτά ολόκληρα χρόνια για να συμφωνήσουν.

Προς μια αυταρχική-αντεργατική ομοσπονδία;
Η αρχιτεκτονική αυτή αναμένεται να ολοκληρωθεί με την προσθήκη μιας ακόμα δομής, αποτελούμενης από τα εθνικά Υπουργεία Οικονομικών υπό τον πρόεδρο του Συμβουλίου Χέρμαν βαν Ρομπέι. Η πρόταση αυτή ήρθε από τη σύνοδο Μέρκελ-Σαρκοζί στα τέλη Αυγούστου, με σκοπό να «εξισορροπηθεί» η δύναμη της Κομισιόν. Στόχος είναι να υπάρχει ένα σώμα όσο γίνεται πιο ανεξάρτητο από εκλογές και εναλλαγές κομμάτων στην εξουσία, αλλά να είναι πιο άμεσα ελεγχόμενο από τη γερμανική και γαλλική κυβέρνηση και τις αντίστοιχες αστικές τάξεις, ώστε αυτές να έχουν το πάνω χέρι σε σχέση με την... παντός καιρού φεντεραλιστική γραφειοκρατία της Κομισιόν, όπου εκπροσωπείται επαρκώς και η βρετανική αστική τάξη (ω, της αντίφασης!).  Ο Μπαρόζο δεν είναι διατεθειμένος να δει τα καινούρια προνόμια της γραφειοκρατίας του να αμφισβητούνται, γι’ αυτό την ημέρα της ψήφισης του νομοθετικού πακέτου επιτέθηκε με σφοδρότητα στις γαλλογερμανικές προτάσεις.

Όμως οι ανταγωνισμοί αυτών των κύκλων λίγο ενδιαφέρουν τον εργαζόμενο λαό, καθότι όποιος οργανισμός κι αν έχει το πάνω χέρι, γι’ αυτόν το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: η θεωρητικά κατακτημένη στην αστική δημοκρατία αρχή της λαϊκής κυριαρχίας θάβεται, και το κοινωνικό σφαγείο μπαίνει σε εφαρμογή με το ξήλωμα κατα­­κτήσεων αιώνων. Η επίθεση στην εργασία δεν αφορά μόνο τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου ή της εσωτερικής περιφέρειας της ευρωζώνης. Η Κομισιόν κάνει ήδη υποδείξεις για το επίπεδο μισθών σε Βέλγιο, Γαλλία και Λουξεμβούργο, ενώ αντιλαϊκά μέτρα (όπως η υπέρ του μεγάλου κεφαλαίου απελευθέρωση των επαγγελμάτων και η αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης) προτείνονται ακόμα και στις λίγες αυτές χώρες του ευρωπαϊκού πυρήνα που θεωρούνται κερδισμένες από το πείραμα της ενιαίας αγοράς και του ενιαίου νομίσματος (Γερμανία, Αυστρία, Ολλανδία, Φινλανδία). Αυτό δεν θα οδηγήσει σε μια αυτόματη αλληλεγγύη μεταξύ τους, γιατί οι επιθέσεις είναι και θα είναι πολύ διαφορετικές σε ένταση και ρυθμό. Και η οικοδόμηση λοιπόν της αλληλεγγύης ανάμεσα στις εργατικές τάξεις της Ευρώπης παραμένει πολύ περίπλοκη υπόθεση.

* * *

Σημειώσεις




[4] Άρθρο 4 του Κανονισμού για την «Πρόληψη και διόρ­­θωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανι­­σορ­ρο­­πιών»: http://www.europarl.europa.eu/sides/getDoc.do?pubRef=-//EP//TEXT+CRE+20110622+ITEM-018+DOC+XML+V0//EL.^

[5] «Assessing the Links between Wage Setting, Competitiveness, and Imbalances (Note for the Economic Policy Committee)»: http://gesd. free.fr/wagecomp11.pdf.^

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου