Κυριακή 6 Νοεμβρίου 2011

Κοντραπούντο: Σου ‘παν να βάλεις το χακί


Η στήλη Κοντραπούντο φιλοξενεί διαφορετικές απόψεις για ένα επίμαχο ζήτημα ευρύτερου πολιτικού ενδιαφέροντος. Στο τεύχος αυτό επιλέξαμε ως θέμα τη στάση απέναντι στη στράτευση και τη θητεία, καθώς και απέναντι σε μια ενδεχόμενη επιστράτευση. Τα κείμενα που ακολουθούν τοποθετούνται επί του «ανοιχτού» αυτού θέματος.


Η ζωή μου στον στρατό, ο στρατός στη ζωή μου
Ανώνυμος, λοχαγός Ελληνικού Στρατού

«Ο στρατός έφτιαξε δρόμους και πλατείες», «Στον στρατό υπάρχει αξιοκρατία», «Πάμε στην παρέλαση να καμαρώσουμε τα παλικάρια μας», «Ο στρατός θα αντιμετωπίσει τους εχθρούς που μας περιβάλλουν», κ.ά. Μύθοι ή πραγματικότητα;

Κατάγομαι από τη βόρεια Ελλάδα. Δεν υπάρ­χει οικογενειακή στρατιωτική παράδοση. Με­γάλωσα σε κοινωνική δομή με βαθιά πίστη και σεβασμό στα ιδεώδη και τις ικανότητες του στρα­τ­εύματος και, κατά εποχές, εθνικιστική έξαρση και φανατισμό. Αγάπησα τον στρατό. Τη μισή μου ζωή υπηρετώ στον Ελληνικό Στρατό Ξηράς. Από πολύ νωρίς διαπίστωσα ότι η πραγ­­ματικότητα διαφέρει από το μύθο που με ανάθρεψε.

ΜΥΘΟΣ: Ο στρατός σε μορφώνει/εκπαιδεύει δωρεάν.
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ: Στις παραγωγικές σχολές σού παρέχεται υποτυπώδης μισθός. Τον επιστρέφεις ως μόνιμος με κρατήσεις και με την επιβολή δυσθεώρητου πρόστιμου-αποζημίωσης σε περίπτωση παραίτησης. Οι εγκεκριμένες από την υπη­­ρεσία μετεκπαιδεύσεις/εξειδικεύσεις συνήθως χο­­ρηγούνται φωτογραφικά. Εναλλακτικά εκπαιδεύεσαι με ατομικά μέσα, χωρίς διευκολύνσεις από την υπηρεσία, ενίοτε τιμωρείσαι. Η εκπαίδευση των οπλιτών στα αντικείμενα τους είναι κατά κανόνα ελλιπής και τα προγράμματα εκπαίδευσης παραμένουν στα χαρτιά. Ενδιαφέρει απλά η φυσική τους παρουσία, για να «βγαίνουν» οι υπηρεσίες. Η υπηρεσία φαίνεται να βολεύεται με προσωπικό χωρίς μόρφωση, άποψη, κρίση, προσωπικό εύκολα χειραγωγήσιμο.

ΜΥΘΟΣ: Στον στρατό υπάρχει αξιοκρατία.
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ: Πλήθος υποκειμενικών κριτηρίων υπερτερούν των αντικειμενικών κατά την αξιολόγηση των στελεχών από την αρχή της καριέρας τους και κατά την ετήσια αξιολόγηση. Ικανά στελέχη παραγκωνίζονται σε θέσεις όπου καθίστανται ανενεργοί, ενώ τα κέντρα λήψεις αποφάσεων επανδρώνονται κατά κανόνα κλικαδόρικα, με ημέτερους (ενίοτε πολιτικά). Η επίφαση των «αναγκών της υπηρεσίας» προσδίδει την απαραίτητη σοβαροφάνεια και νομιμότητα. Ανάλογη αξιοκρατία και αντικειμενικότητα χαρακτηρίζει και τις τοποθετήσεις και μεταθέσεις οπλιτών.

ΜΥΘΟΣ: Οι διαδικασίες υπόκεινται σε κανονισμούς και συνεχείς επιθεωρήσεις.
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ: Υφίσταται πλήθος κανονισμών, απαρχαιωμένων μεν, ικανών δε να διασφαλίσουν την ικανοποιητική λειτουργία των στρατιωτικών υπηρεσιών. Η πρόσβαση σε αυτούς δεν είναι πάντα εύκολη ή άμεση. Ερμηνεύονται και εφαρμόζονται κατά το δοκούν, με τις οδηγίες της εκάστοτε ιεραρχίας. Μεγάλη πλειοψηφία των στελεχών δεν γνωρίζει τους κανονισμούς, διευκολύνοντας την αυθαιρεσία. Οι επιθεωρήσεις καταντούν τις περισσότερες φορές, τραγικές φαρσοκωμωδίες: Να ντυθούμε κατάλληλα, να πάμε στην επιθεώρηση, να μπουν οι υπογραφές, να βγουν οι φωτογραφίες, να αναφερθεί «καλώς».

ΜΥΘΟΣ: Οι στρατιωτικοί αμείβονται ικανοποιητικά.
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ: Οι στρατιωτικοί καλούνται να μετακομίσουν κάθε 2-3 χρόνια. Θα μετακομίσει και ο/η σύζυγος/σύντροφος με την πιθανότητα ανεργίας ιδιαίτερα αυξημένη ή θα παραμείνει διατηρώντας δεύτερο σπίτι (ενοίκια, έξοδα μετακομίσεων και συνεχών μετακινήσεων); Τα διαθέσιμα οικήματα της υπηρεσίας είναι κατά κανόνα λίγα, με κακοτεχνίες ή κακοσυντηρημένα. Τοπικές κοινωνίες στηρίζουν την ευημερία τους στους υπηρετούντες στον τόπο τους. Οι στρατιωτικοί είναι οι πιο χαμηλόμισθοι δημόσιοι υπάλληλοι. Πανεπιστημιακή εκπαίδευση, μεταπτυχιακά και εξειδικεύσεις δεν έχουν οικονομικό αντίκρισμα. Ικανοποιημένοι με το μισθό τους είναι οι νέοι, άγαμοι, χωρίς ιδιαίτερη μόρφωση, στρατιωτικοί που υπηρετούν στον τόπο τους, καθώς και όσοι έχουν εξασφαλίσει μονιμότητα στη θέση που υπηρετούν ή/και συνυπηρέτηση – ομολογώ ότι αρκετοί τελικά ανήκουν στις κατηγορίες αυτές. Είναι ευκολότερο να ελέγχεις κά­ποιον ρυθμίζοντας τις απολαβές του.

ΜΥΘΟΣ: Πραγματοποιούνται συνεχώς ασκήσεις, έχουμε τον πιο άξιο στρατό. «Ηθικόν: Ακμαιότατον».
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ: Δεν θα πραγματευτώ στο παρόν κείμενο το αξιόμαχο του στρατεύματος. Δεν θα κρίνω την αρτιότητα/καταλληλότητα εξοπλισμού και εγκαταστάσεων. Δεν θα αμφισβητήσω τη συνεχή στρατιωτική εκπαίδευση και την ετοιμότητα μάχης των στρατιωτικών – μόνιμων ή κληρωτών. Προβληματίζομαι επί αυτών. Και, χωρίς επιφύλαξη, καταθέτω ότι το ηθικό έχει καμφθεί. Συνεχίζω να αγαπώ τον στρατό. Έναν άλλο στρατό, δίκαιο και αξιοκρατικό – σε εφαρμογή των κανονισμών του, που στηρίζει και αξιοποιεί τα στελέχη του, με προσήλωση στην ουσία και αρτιότητα των υπηρεσιών που καλείται να προσφέρει. Ο στρατός που υπηρετώ εθελοτυφλεί στην παραβίαση των κανονισμών του, κακοδιαχειρίζεται το προσωπικό του, κωφεύει σε εμπεριστατωμένες προτάσεις βελτίωσης, παραμένει προσκολλημένος σε αγκυλώσεις και εθνικιστικά συνθήματα εσωτερικής κατανάλωσης, αυτοδιατίθεται ως υποχείριο πολιτικών επιδιώξεων. Κρατώ κάποιες ειλικρινείς, ανθρώπινες σχέσεις. Δεν αγαπώ πια τον Στρατό.

Έθνος, Στρατός, Κράτος
Λεωνίδας Κυριακόπουλος, μεταφραστής 

Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη οξυδέρκεια για να αναγνωρίσει κανείς ότι ο εθνικισμός είναι όντως το τελευταίο καταφύγιο των καθαρμάτων και των απατεώνων, οι οποίοι προσπαθούν έντεχνα να κρύψουν τα προσωπικά τους μίση, απωθημένα και συμφέροντα κάτω από τον μανδύα της συλλογικής αποχαύνωσης που μόνο αυτός μπορεί να προσφέρει. Αν ωστόσο αυτή η αλήθεια είναι δύσκολο πλέον να αναγνωριστεί μέσα στις πολυκαταναλωτικές κοινωνίες μας, δεκαοχτώ μήνες στρατιωτικής εκπαίδευσης είναι υπεραρκετοί για να κάνουν τον οποιονδήποτε να κατα­λά­βει ότι η ηθελημένη διόγκωση της κοινωνικής μη­χανής που ονομάζεται στρατιωτική θητεία και η αγάπη για το έθνος που απαιτείται προκειμένου αυτή να πραγματοποιηθεί, δεν κρύβουν τίποτα περισσότερο στα σπλάχνα τους από μια καλοστημένη απάτη.

Είτε μιλάμε, λοιπόν, για τον κλασικό επιθετικό εθνικισμό της νεωτερικότητας (των δικτατοριών, των στρατιωτικών παρελάσεων και της στρατιωτικής επιβολής) είτε για τη νεόκοπη μεταμοντέρνα εκδοχή του (των Ολυμπιακών Αγώνων, της Eurovision και της οικονομικής επέκτασης) ένα πράγμα είναι σίγουρο: η εθνικιστική έξαρση, που σχεδόν πάντα οδηγεί τις αλλοπρόσαλλες μάζες στην ίδια τους την αυτοκαταστροφή, δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς τη δημιουργία εχθρών και τη συστηματική αποδοχή αυτού του θεάτρου του παραλόγου από την πλευρά των μαζών.

Ωστόσο, αν και η δαιμονοποίηση του άλλου είναι αναγκαία προκειμένου να υπάρξει μια κάποια κοινωνική και εθνική συνοχή, αυτή δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί χωρίς την ιδεολογική και στρατιωτική θωράκιση απέναντί του. Έτσι, ο ρόλος της στρατιωτικής μηχανής για το ελληνικό κράτος είναι πιθανότατα σημαντικότερος σε καιρό ειρήνης απ’ ό,τι σε καιρό πολέμου. Αποτελούσε πάντα ένα ρυθμιστή των πολιτικών ισορροπιών, χάρη στις άμεσες παρεμβάσεις του (δικτατορίες, πιέσεις προς τα πολιτικά σχήματα ή την κυβέρνηση, δολοπλοκίες και κινήματα) ή την έμμεση επιρροή του στον πληθυσμό (εθνικιστική κατήχηση των στρατευμένων, γνωριμία τους με ένα εξουσιαστικό μοντέλο ιεράρχησης που θα ακολουθήσουν και στην πολιτική τους ζωή, συμμετοχή του σε όλες τις μικρές και μεγάλες θρησκευτικές και εθνικές εορτές για την τόνωση του εθνικού φρονήματος).

Μέσα σ’ αυτό το κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο, η μετεξέλιξη, ή αλλιώς η φιλελευθεροποίηση, της στρατιωτικής μηχανής που συνέβη τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα ήταν πιθανότατα καταδικασμένη να αποτύχει. Πρώτα απ’ όλα, γιατί όλα τα κράτη με μισθοφορικά στρατεύματα απαιτούν μια καλά οργανωμένη και κερδοφόρα στρατιωτική βιομηχανία ή δυναμικές επεμβάσεις σε ξένα εδάφη προκειμένου να συντηρηθούν. Και, δεύτερον, γιατί ο ρόλος του στρατού στη σύγχρονη ελληνική ιστορία ήταν συνδεδεμένος περισσότερο με την υπεράσπιση του έθνους απ’ τους εσωτερικούς, παρά απ’ τους εξωτερικούς εχθρούς, και τη στήριξη του εθνικού ιδεολογήματος με θεσμοθετημένες δράσεις.

Αν και στις ημέρες μας η φύλαξη του έθνους απ’ τον εσωτερικό εχθρό έχει πλέον μετατεθεί στις διάφορες υπηρεσίες ασφαλείας, και το εθνικό φρόνημα στηρίζεται από άλλους θεσμούς όπως τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και η βιομηχανία του θεάματος και του αθλητισμού, οι συνεχείς επικλήσεις από επιχειρηματίες και πολιτικούς προς την κυβέρνηση να κινητοποιήσει τον στρατό εναντίον των διαδηλωτών κατά τη διάρκεια της εξέγερσης του 2008, και η παραδοχή από μέρους της κυβέρνησης ότι αυτό το σχέδιο συζητήθηκε όντως, αποδεικνύουν πως η χρησιμότητά του ως οργάνου εσωτερικής χειραγώγησης και καταστολής δεν έχει ακόμα εξαντληθεί, αλλά απλώς παραμένει ανενεργή. Εξάλλου, όταν όλα τα άλλα αποτύχουν, μπορούμε πάντα να εμπλακούμε σε μια σύρραξη.

«Σαν θα με καλέσει η πατρίδα»
Χρίστος Μάης, έφεδρος ανθυπολοχαγός της κυπριακής Εθνικής Φρουράς

«Εάν ακούσεις στο ραδιόφωνο ότι γίνεται επιστράτευση... μην επιστρέψεις!». Τη συμβουλή αυτή, την πιο χρήσιμη που μου έδωσε κανείς κατά την 26μηνη θητεία μου στην Κυπριακή Εθνοφρουρά, την πήρα την ύστατη στιγμή από τον μόνιμο υπαξιωματικό ο οποίος μου έδωσε το απολυτήριο. Οπότε, ως προς την επιστράτευση, δέκα χρόνια μετά από εκείνη τη μέρα, παραμένω αποφασισμένος να ακολουθήσω τη συμβουλή αυτή.

Εάν δεν ήταν ο στρατός, ο υποφαινόμενος σήμερα πιθανόν να ήταν ένας φέρελπις πολιτικός επιστήμων. Για να γίνει αυτό όμως θα έπρεπε στις εισαγωγικές (για το πανεπιστήμιο) εξετάσεις να εξεταστώ στο μάθημα της Ιστορίας το οποίο δινόταν μόλις μια βδομάδα πριν μπω στρατό και μια βδομάδα μετά το αμέσως προηγούμενο μάθημα που έδινα. Έτσι, στο ερώτημα πολιτικές επιστήμες και μια βδομάδα διακοπές ή οικονομικά και δυο βδομάδες διακοπές μετά από 18 χρόνια εντατικοποίησης, το δεύτερο κέρδισε χωρίς δεύτερη σκέψη. Η επιλογή μπορεί να φαίνεται βεβιασμένη, αλλά η ψυχολογική πίεση που δέχεσαι όταν γνωρίζεις πως τα επόμενα δυο χρόνια δεν θα ελέγχεις τη ζωή σου, όπως δεν έκανες επί της ουσίας ούτε τα 18 προηγούμενα, αυτή η μια εβδομάδα «ελευθερίας» όχι μόνο φαντάζει αλλά και είναι σημαντική για την ψυχική σου υγεία.

Ως προς τη στρατιωτική θητεία, η «εμπειρία» αυτής στην Κύπρο διαφέρει πολλαπλώς από την αντίστοιχη στην Ελλάδα. Αφενός, ο στρατός στην περίπτωση αυτή μπορεί και παίζει τον ιδεολογικό του ρόλο. Οι εύπλαστοι δεκαοχτάχρονοι στρατεύσιμοι προέρχονται από μια κλειστή κοινωνία χωρίς ιδιαίτερες προσλαμβάνουσες και από ένα αγγλοσαξονικό σύστημα εκπαίδευσης με παρόμοιους κανονισμούς και πειθαρχία (στολή, κουρεμένοι-ξυρισμένοι, κ.λπ.). Αφετέρου, η ιδιαίτερη περίπτωση της Κύπρου (εισβολή-κατοχή, πρόσφυγες κ.λπ.) αφήνουν περιθώρια για εθνικιστική προπαγάνδα. Ως εκ τούτου, ο εθνικισμός, αλλά και το διαλεκτικά δεμένο δίδυμο ρουφιανιάς και υποταγής, ενυπάρχουν στην καθημερινότητα του φαντάρου.

Το ερώτημα «τι γυρεύω εγώ εδώ» ξεκινάει τη μέρα που τελειώνουν οι πάσης φύσεως εκπαιδεύσεις και εσύ απλώς μετράς ουκ ολίγους μήνες για να απολυθείς κάνοντας... απολύτως τίποτα. Δεν φυλάς Θερμοπύλες, όπως ίσως θεω­­ρού­­σες ότι θα έκανες ή σου έλεγαν ότι θα έκανες, δεν κάνεις τίποτα χρήσιμο για την πατρίδα και σίγουρα δεν κάνεις τίποτα χρήσιμο για σένα. Την ίδια στιγμή που θα μπορούσε να είχε ξεκινήσει η φοιτητική σου ζωή, εσύ ντυνόσουν στα χακί άνευ λόγου και αιτίας.

Το να πω ότι ο στρατός υπήρξε χρήσιμος διότι εκεί ήρθα, διαβάζοντας, σε επαφή με τις αριστερές ιδέες και ότι μέσα από τις γραπτές μαρτυρίες αγωνιστών έσβησε μέσα μου κάθε εθνική-εθνικιστική σκέψη, ξεγυμνώνοντας το ποιόν των κάθε λογής «εθνικοφρόνων», και το οποίο υπήρξε το μοναδικό πράγμα άξιο λόγου που έχω να θυμάμαι από τις περίπου 780 μέρες θητείας, είναι υπερβολή. Θεωρώ πως το ίδιο θα γινόταν εάν, το 1999, αντί να υποχρεωθώ να υπηρετήσω, πήγαινα για σπουδές στη σχολή στην οποία είχα ήδη περάσει. Αντιθέτως, έχασα δύο χρόνια για τα οποία δεν πήρα κανένα απολύτως αντάλλαγμα και τα οποία δεν θα επαναλάμβανα σήμερα εάν με κάποιο μαγικό τρόπο γυρνούσε το ρολόι πίσω στον χρόνο.

Το σύστημα, με φόντο την κρίση, μας προσφέρει τον αργό θάνατο με την καθημερινή μας (οικονομική και όχι μόνο) αφαίμαξη. Το να του προσφέρεις εθελοντικά και την ίδια σου τη ζωή, σε ένα ενδεχόμενο πόλεμο που δεν σε αφορά, είναι τουλάχιστον εξωφρενικό. Με βάση το παιχνίδι που γίνεται στις πλάτες του ελληνικού, κυπριακού και τουρκικού λαού στα πλαίσια της κυρίως τουρκο-ισραηλινής (και όχι μόνο) κόντρας με αφορμή και την ΑΟΖ Κύπρου-Ισραήλ το ενδεχόμενο, τουλάχιστον, ενός θερμού επεισοδίου είναι παραπάνω από ορατό. Όλα αυτά συνθέτουν ένα εκρηκτικό σκηνικό όπου, για να χρησιμοποιήσω και ολίγον από ξύλινη γλώσσα, οι συστημικές δυνάμεις της ανατολικής Μεσογείου πιθανόν να θελήσουν σχετικά σύντομα να χρησιμοποιήσουν την νεολαία ως κρέας για τα κανόνια τους, κάτι που πιά γίνεται αντιληπτό και από τον πλέον αφελή.

Στράτευση, Θητεία, Επιστράτευση
Α. Κακαράς, τέως αρχιπλοίαρχος [1]

Οι ένοπλες δυνάμεις, άρα και η στράτευση –είτε «εθελοντική» εκ του νόμου και απλήρωτη είτε τελείως εθελοντική επί πληρωμή (στρατευμένοι διαρκείας που μεταλλάσσονται ταχύτατα σε μισθοφόρους)– αποτελούν, μαζί με τους λοιπούς ενόπλους (αστυνομία κ.ο.κ.), τον ένα πυλώνα στον οποίο στηρίζεται η άρχουσα τάξη ως κατεστημένη. Επομένως αποκλείεται να χρησιμοποιηθούν, όπως φερειπείν στις πρώτες δεκαετίες του μετεπαναστατικού ελληνικού κράτους, για την αντιμετώπιση μιας από τις πραγματικά «ασύμ­μετρες» απειλές στη χώρα μας, της ασύδοτης δηλαδή ληστείας του άλλου πυλώνα, ήτοι των εργαζομένων και των συμφερόντων τους.

Για να μη μας αποκαλέσουν μεμψίμοιρους, συμπληρώνουμε πως οι ένοπλες δυνάμεις θεωρούνται ανέκαθεν απαραίτητες και για τη στήριξη της εξωτερικής πολιτικής των κυβερνώντων, οι οποίοι διατηρούν και με αυτό το πρόσχημα τη στράτευση απλήρωτων νέων και τη θητεία τους. Είναι άλλο ζήτημα πόσο περήφανοι είμαστε γι’ αυτήν την πολιτική και δη όταν ασυστόλως υποστηρίζεται πως η χρήση του στρατού σε αποστολές εκτός συνόρων είναι υποχρεωτική ως εκ των διεθνών συμφωνιών της χώρας μας (sic) και μάλιστα έρχεται αρωγός στα εθνικά μας συμφέροντα (διπλό sic, αφού οι παλιότεροι δεν θυμόμαστε ούτε τη χούντα να λέει τέτοια!). Αποστολές στις οποίες απαιτούνται ταχύτατες μονάδες, ευέλικτες κ.λπ. για αντιμετώπιση δήθεν των «ασύμ­­μετρων απειλών» (πόσο εξυπηρετικές πράγματι).

Γι’ αυτές ακριβώς τις αποστολές κρίθηκε από το ΝΑΤΟ, το 1999 στην Ουάσινγκτον, απαραίτητη η μετάλλαξη του στρατού των κρατών-μελών από ημιεπαγγελματικό σε επαγγελματικό, δηλαδή σε μισθοφορικό. Ακόμα και η περίφημη «απειλή» (ο καθορισμός από ποιον κινδυνεύει η χώρα που θεσμικά είναι αποκλειστικό προνόμιο της εκάστοτε κυβέρνησης) αλλάζει τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας μετά από την απόφαση του ίδιου αμαρτωλού Συμφώνου. Παρομοίως ορίζεται το περίφημο Δόγμα, το μέγεθος του στρατού (θητεία), η διάρθρωση (ορισμός στρατηγών κ.λπ.), ο προσανατολισμός (προς Βορράν ή Ανατολάς κ.ο.κ.), ο οπλισμός (μίζες), η οργάνωση, το σχέδιο αντιμετώπισής της κ.λπ. Ήταν όντως απαραίτητες πολλές αλλαγές, αλλά εκτίθεται όποιος υποστηρίζει πως τούτες εξυπηρετούν και το κοινό καλό!

Ο νέος στρατευμένος έχει αποδειχτεί πως δεν είναι τόσο εύπιστος για αξιοποίησή του ως μισθοφόρου, επομένως ιδού η ανάγκη του επαγγελματία. Κανείς δεν ισχυρίζεται βέβαια με σοβαρότητα πως ο χρόνος θητείας του ήταν ή είναι αξιοποιήσιμος· μακάρι να ερχόταν ο στρατεύσιμος αρωγός στις ανάγκες της κοινωνίας, μακάρι να εκπαιδευόταν σωστά και στη χρήση των κατάλληλων για την άμυνά μας όπλων και συστημάτων, μακάρι να μάθαινε τώρα φερειπείν τι σημαίνει Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη, υφαλοκρηπίδα, αδιαπραγμάτευτα κυριαρχικά δικαιώματα που θα κληθεί να υπερασπιστεί, και τότε είναι βέβαιο πως θα δικαιώσει τον χρόνο που «χάνει» στον στρατό. Δεν έχουμε όμως πειστεί πως καλύπτονται.

Αντ’ αυτών μας προέκυψαν οι «πολυετούς στράτευσης», η σταδιακή βολική μείωση της θητείας και η μετεξέλιξή τους σε επαγγελματίες εύκολα διαχειρίσιμους, ενώ με τη χρήση εκτός συνόρων επιδιώκεται μετά μανίας η μετακύλισή τους σε μισθοφόρους με προφανή τον κίνδυνο απώλειας πατριωτικής (πώς αλλιώς να την αποκαλέσουμε;) συνείδησης, αφού το μόνο που θα τους θέλγει είναι το οικονομικό. Η διαπίστωση δεν άργησε και έντρομοι προσφάτως (εν όψει της υποβόσκουσας απειλής) συζητούν να αυξήσουν πάλι τη θητεία των στρατευσίμων.

Δεν έχει ο τόπος μας πείρα από επιστρατεύσεις, πλην του 1940 και το φιάσκο του 1974 που δεν γελοιοποίησε μόνο τη χούντα αλλά αποκάλυψε και τις σαθρές δομές του συστήματος. Σοβαροί κίνδυνοι (πρέπει να) οδηγούν σε μέτρα επιστράτευσης. Δεν πρέπει να αποκλείονται και τυχοδιωκτικές πρακτικές, κάτι που ασυνείδητοι κυβερνήτες μπορούν πάντα να χρησιμοποιήσουν για να διασώσουν την πολιτική και το τομά­ρι τους. Να θυμόμαστε πως περίοδοι εσωτερικών κρίσεων προσφέρονται για ηλίθιες κινητο­­ποιή­­σεις ενόπλων δυνάμεων για δήθεν «εξωτερικούς κινδύνους».
Πίκρα βγάζει το κείμενο τούτο, γιατί έτσι λειτούργησε η γενιά μου σε πολλούς τομείς και τίποτα δεν μπορεί αυτό να το εξωραΐσει.

«Πήγαινε στον στρατό να γίνεις άντρας»
Μις Απρίλιος Γιωτάς (Ι5) 

Με αυτή την ατάκα μεγαλώσαμε κατά τη διάρκεια των σχολικών μας χρόνων. Μας την έλεγαν –απευθυνόμενοι στους άλλους λες και δεν ήμασταν εκεί– οι συγγενείς και οι φίλοι των γονιών όταν ερχόντουσαν επίσκεψη. «Κοίτα πώς μεγάλωσε, σε λίγο θα πάει στρατό να γίνει άντρας». Αργότερα ήρθαν και άλλες λέξεις και φράσεις να διεγείρουν την φαντασία. «Καλλιόπες», «γερμανικό νούμερο», «σκοπέτο», «ΚΨΜ», το λεξιλόγιο στις παρέες των πρώην και νυν φαντάρων και εγώ να νιώθω τόσο ξένος σαν να είχα χάσει κάτι, κάτι που οι περισσότεροι το είχαν.

Σε αντίθεση με πολλούς φίλους και γνωστούς από το σχολείο, η είσοδός μου στο πανεπιστήμιο έδιωξε μακριά –έτσι νόμιζα τότε– την προ­οπτική της στρατιωτικής θητείας. Ωστόσο, αντιλήφθηκα από μικρός ότι για πολλούς ο στρατός αποτελεί το πρώτο κοινωνικό βίωμα μακριά από το σχολείο και την οικογένεια. Την πρώτη τους ένταξη και υποχρεωτική μάλιστα, σε ένα κοινωνικό υποσύνολο με δοσμένα χαρακτηριστικά και με ελάχιστες δυνατότητες παρέκβασης.

Τα χρόνια πέρασαν γρήγορα. Οι σπουδές τελείωσαν, οι πρώτες τουλάχιστον. Παρόλο που δεν είχα αξιόλογες επιδόσεις ούτε και ισχυρό ακαδημαϊκό κίνητρο, αποφάσισα να τις συνεχίσω. Εξάλλου, δεν είχα και πολλές επιλογές – ή έτσι νόμιζα τουλάχιστον. Στρατός ή κι άλλες σπου­δές; Η απάντηση ήταν αυτονόητη. Μερικά χρόνια φυγοπονίας ακόμη από το απειλητικό φάσμα της υποχρεωτικής στράτευσης. Ο χρόνος όμως τρέχει και κάποτε τελειώνουν οι «δικαιολογίες». Δεν είχα δυνατότητα για άλλη αναβολή.

Και τώρα τι κάνω; Ήρθε η ώρα να ντυθώ στο χακί; Αποκλείεται! Είχα πλέον πεισμώσει με την κοινωνία. Εγώ στρατό δεν υπάρχει περίπτωση να πάω. Δεν υπάρχει περίπτωση να χάσω ούτε μια ώρα από τη ζωή μου εκεί μέσα. Ξαφνικά ανακάλυψα όλα αυτά που μπορείς να κάνεις όταν δεν είσαι στον στρατό, ακόμα και αν δεν τα έκανα τόσο καιρό.

Αρχίζω και ρωτάω, δεξιά και αριστερά, προσπαθώ να μάθω τι μπορώ να κάνω, τι εναλλακτικές έχω. Οι περισσότερες απαντήσεις είναι αποκαρδιωτικές. «Πρέπει να πας, δεν μπορείς να το αποφύγεις, θα έχεις προβλήματα με τη δουλειά, παιδί μου, και τι θα κάνεις μετά, θα σε κυνηγήσουν...».

Ψάχνω να δω τι λένε κι άλλοι πέρα από το στενό μου κύκλο. Ακούω διάφορους καυλωμένους να υπερασπίζονται τη χώρα, τις ένοπλες δυνάμεις, το έθνος και παρόμοιες παπαριές. «Τι λέτε, ρε παιδιά, τι είναι αυτά που μου αραδιάζετε, δεν σας καταλαβαίνω, εγώ σας είπα δεν θέλω να περάσω ούτε απ’ έξω από το στρατόπεδο». Ψάχνω ακόμα περισσότερο και ακούω για ιμπεριαλιστικούς στρατούς και μαζική ανυπακοή, αλλά στον στρατό πρέπει να πας και να αρνηθείς να πολεμήσεις και να σηκώσεις όπλο, να φτιάξεις κίνημα ανυπακοής, λέει, μέσα στο στράτευμα. «Ρε, πάτε καλά; Εγώ δεν θέλω να πάω στον στρατό ούτε λεπτό και εσείς μου λέτε να βάλω τα χεράκια μου να βγάλω τα ματάκια μου; Συγγνώμη, δεν θα πάρω». Ρωτάω και παρακάτω και μου λένε στείλε ένα χαρτί ότι είσαι αντιρρησίας και για μια δεκαετία θα σε τρέχουν στα δικαστήρια, στρατό όμως δεν θα πας. Αρχίζω και συνειδητοποιώ ότι οι εναλλακτικές τελικά δεν είναι και τόσο εναλλακτικές.

Απελπισμένος και βυθισμένος στις σκέψεις μου, πέφτω πάνω σε ένα παλιό γνωστό και του μιλάω για την «περιπέτειά» μου. «Είσαι χαζός», μου λέει. «Πήγαινε σε κανένα ψυχίατρο και πες ότι έχεις πρόβλημα και δεν μπορείς να πας στρατό, ψυχολογικά προβλήματα και τέτοια πράγματα». Δεν είναι και μακριά από την αλήθεια, του λέω. «Πάρε ένα χαρτί και ζήτα από τον στρατό να σου δώσει απαλλαγή λόγω ψυχολογικών προβλημάτων». «Έτσι εύκολα;», τον ρωτάω. «Καλά και εσύ μην τα θέλεις όλα δικά σου. Τίποτα δεν είναι εύκολο, αν το θέλεις όμως όλα γίνονται. Θα σου πάρει περίπου δύο χρόνια για να ξεμπερδέψεις, αλλά μετά τελειώνεις οριστικά». «Πες μου κι άλλα», του λέω. Ευτυχώς άντρας δεν έγινα ποτέ!

Η πιο αντιπαραγωγική περίοδος της ζωής σας
Άγγελος Νικολόπουλος, αρνητής στράτευσης

Υπουργοί και κυβερνήσεις επενδύουν στον φό­βο και συνεχίζουν να κατασκευάζουν τα εθνικιστικά παραμύθια περί του εξ Ανατολών εχθρού για να μπορούν να προωθούν τις μπίζνες με τα όπλα. Ο ελληνικός στρατός, ο πιο αντιπαραγωγικός εργοδότης, συντηρεί χιλιάδες υψηλόμισθους. Χαρακτηριστικά αναφέρω πως στον ελληνικό στρατό υπηρετούν 55 διοικητές ταξιαρ­­­χιών για στρατό 90.000 ατόμων, τη στιγμή που οι ΗΠΑ, με 600.000 στρατό, έχουν 58 διοικητές. Την ίδια στιγμή και εν μέσω οικονομικής κρίσης, παίρνουν μέρισμα από το Μετοχικό Ταμείο Στρατού 2.760 απόστρατοι ως «αρχηγοί» ΓΕΣ και 16.250 ως «στρατηγοί» (άρθρο του Διονύση Γουσέτη στην Καθημερινή, 5.10.2011).

Το θέμα της στρατιωτικής θητείας και του μιλιταρισμού γενικότερα για μένα δεν μπορεί πλέον να τίθεται μέσω του διλήμματος «ναι ή όχι». Το θέμα που πρέπει πλέον να συζητηθεί είναι πότε και με ποιο τρόπο θα απαλλαγούμε από την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία. Το ερώτημα είναι πλέον τι οφείλουμε να κάνουμε έτσι ώστε να καταργήσουμε τη θητεία. Μέχρι τώρα, η πλειο­ψηφία των στρατεύσιμων απλώς χαίρεται κάθε φορά που μειώνεται η διάρκειά της και αγωνιά κάθε φορά που φημολογείται η αύξησή της. Κανείς δεν αναρωτήθηκε πόσες χώρες έχουν απομείνει στην Ευρώπη που εξαναγκάζουν τους νέους να μαντρώνονται για να γίνουν άντρες, για να γίνουν σωστοί πολίτες, για να «υπερασπιστούν τα σύνορα», για να έχει ο πατέρας το κούτελο καθαρό στο καφενείο. Κανείς δεν αναρωτήθηκε ποια είναι η χρησιμότητα της στρατιωτικής θητείας, τόσο ως προς το άτομο, όσο και ως προς την κοινωνία. Αρκεί το γεγονός πως οι στρατιώτες συντηρούν τις τοπικές κοινωνίες και κρατούν τα ποσοστά ανεργίας σε χαμηλότερα επίπεδα.

Η στρατιωτική θητεία είναι η πιο αντιπαραγωγική περίοδος στη ζωή του ατόμου. Η περίοδος όπου όλες οι δημιουργικές του δυνάμεις είτε αναστέλλονται είτε καταστέλλονται. Αυτό το ομολογούν –ή μάλλον, τους ξεφεύγει– και αυτοί που ποντάρουν και επενδύουν πολιτικά στον μιλιταρισμό. Η ΟΝΝΕΔ αναφέρει στις προτάσεις της για τη μεταρρύθμιση της στρατιωτικής θητείας πως ένας από τους τρεις στόχους της είναι η γρήγορη αποδέσμευση των νέων από τις στρατιωτικές υποχρεώσεις και η απελευθέρωση (μετά την απόλυση από τον στρατό) των δημιουργικών τους δυ­νά­μεων (http://onned.gr/files/metari thmisi_stratiotikis_thiteias.pdf). Στο σημείο αυτό θα γίνω πικρόχολος και κουτσομπόλης αναφέροντας πως ευτυχώς ο γιος του κ. Ζαγορίτη απελευθέρωσε τις δημιουργικές του δυνάμεις όταν υπηρετούσε στην παραμεθόριο του Πολεμικού Μουσείου, δίπλα ακριβώς από τα σύνορα με το Κολωνάκι.

Τρόποι να αποφύγει κανείς τον στρατό υπάρχουν. Το σημαντικότερο όμως είναι η συνειδητή εναντίωση και όχι η αποφυγή. Μέχρι τότε η διάκριση από τον στρατιωτικό ποινικό κώδικα θα γίνεται ανάμεσα σε υποταγμένους και ανυπότακτους. Εμείς θα αρκεστούμε στον χαρακτηρισμό «ιδεολογικοί αρνητές στράτευσης».

Επιμέλεια: Ελένη Κυραμαργιού, Νίκος Τσιβίκης

* * *

Σημειώσεις

[1] Ο γράφων είναι ακατάλληλος για τέτοια ερωτήματα, καθόσον τέως στρατιωτικός, αλλά υποχωρεί στον πειρασμό και τοποθετείται, με το συμπάθειο κιόλας.^

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου