Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Όλγα Καρυώτη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Όλγα Καρυώτη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 19 Ιουνίου 2013

Όλγα Καρυώτη: Ερωτευμένα φαντάσματα

Την κυρία Πολυξένη, μια συντηρητική φαινομενικά μανδάμ με μαλλί κράνος, απόχρωσης σαντρέ, που έλεγες ότι το κεφτεδάκι είναι η φυσική απόληξη των παχουλών δαχτύλων της, αλλά γεμάτη εφηβικό πάθος και δίψα για έρωτα, την είχα γνωρίσει στην Καβάλα. Νόμιζα ότι θα ήταν κάποιο εξωτικό μέρος όπου θα λάμβαναν χώρα αποκρυφιστικές τελετές. Αλλά δεν ήταν παρά μια ακόμα επαρχιακή πόλη αυτής της χώρας που με βεβαιότητα μπορώ να πω ότι δεν είναι το Μεξικό.


η συνέχεια στην έντυπη λεύγα

Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2012

Όλγα Καρυώτη: Οι σκοποί, τα μέσα και οι άγιοι


Η μακιαβελική ή ιησουίτικη ρήση «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», αντηχεί εκκωφαντικά στ’ αυτιά των ενοχικών κομμουνιστών, ενώ αποτελεί αγαπημένο απόφθεγμα τόσο των επικριτών του κομμουνισμού, από τα «αριστερά» και τα δεξιά, ώστε να εντείνει αυτές τις ενοχές, όσο και οποιουδήποτε φονταμενταλιστή, που είναι σε τέτοιο βαθμό βέβαιος για τον σκοπό του και δεν κλονίζεται από καμιά ηθική προσταγή. Είναι, τελικά, μια παρεξηγημένη ρήση που θέλει να πει ότι τα
μέσα δεν μπορούν παρά να απορρέουν από τον σκοπό και αυτά με τη σειρά τους να μας καταδείχνουν ποιος εντέλει είναι αυτός ο σκοπός και όχι ποιος θέλουμε να είναι. Δεν είναι μια δικαιολογία για σφαγές εν ονόματι μιας ιδέας, αλλά η ανάδειξη της διαλεκτικής σκοπού και μέσων.

 Τα μεγάλα διλήμματα του κοινωνικού κινήματος των αρχών του 20ού αιώνα δεν παύουν να προκύπτουν διαρκώς: «κόμμα ή κίνημα;», «κοινωνία ή τάξη;»… Οι επιλογές, φαινομενικά, έχουν γίνει εδώ και δεκαετίες και έχουν χωριστεί τα στρατόπεδα. Γιατί όμως φαινομενικά; Γιατί, καταρχάς, καμία από τις παραπάνω έννοιες δεν έχει μείνει ποιοτικά αμετάλλακτη στην ιστορία και γιατί, κατά δεύτερον, δεν φαίνεται να υπάρχει ιδιαίτερη ενασχόληση με τη θεωρία και την πράξη σε ένα επίπεδο που θα προηγείται της «συνθηματοποίησης» της επιλογής. Σε ένα επίπεδο τακτικής, δηλαδή, που θα αποκαλύπτει την τόσο αξιακή όσο και ορθολογική επιλογή στην οποία προβαίνουν τα πολιτικά υποκείμενα του κοινωνικού κινήματος. Όλοι αυτοί οι όροι μοιάζει, σε ένα πρακτικό επίπεδο, να έχουν καταστεί απώτατοι σκοποί, εκεί που απώτατος σκοπός είναι η… χειραφέτηση του ανθρώπου ή, αλλιώς, η υλική χειραφέτηση. Όταν λοιπόν ένα μέσο, όπως το κόμμα ή το κίνημα, έχει καταστεί απώτατος σκοπός, τη στιγμή που είναι υπαρκτά μορφώματα και άρα δεν μπορεί παρά να είναι και τα δύο (και μέσα και σκοποί), τότε ποιο είναι το… «καθαγιασμένο» μέσο για το «κόμμα/κίνημα»;


Τελικά, οι κοινωνικοί ανταγωνισμοί και οι ταξικοί αγώνες, από αντικειμενικές εκδηλώσεις της εκμεταλλευτικής και καταπιεστικής κοινωνίας, καθίστανται μέσα προς εξυπηρέτηση του σκοπού «κίνημα/κόμμα» και δεν εκλαμβάνονται ως οι τομές αυτές στις οποίες θα «βουτήξει» το «κίνημα/κόμμα» ώστε να τις επηρεάσει, να τις ενοποιήσει και να τις στρέψει τελικά προς εξυπηρέτηση του σκοπού της χειραφέτησης του ανθρώπου. Ναι, μα το «κίνημα/κόμμα» έχει ως σκοπό τη χειραφέτηση του ανθρώπου, μπορεί αυτόματα να σκεφτεί κανείς. Φυσικά και έχει αυτό τον σκοπό όταν αναφερόμαστε στο «κίνημα/κόμμα» σε ένα αφαιρετικό επίπεδο, όταν όμως είναι υπαρκτό και το βλέπουμε και μπορούμε να το παρατηρήσουμε σε συγκεκριμένο ιστορικό χρόνο και σε συγκεκριμένο κοινωνικό σχηματισμό, τότε μπορούμε και να κρίνουμε κατά πόσο εξυπηρετεί αυτόν τον απώτατο σκοπό-ιδέα.

Τον Οκτώβρη του 2011, αφού κάθε ελπίδα αναβίωσης της συνελευσιακής πλατείας Συντάγματος είχε χαθεί, λίγες μέρες μετά την αιματηρή σύγκρουση της 20ης Οκτώβρη και περίπου κατά την πατριωτική (και όχι μόνο) έξαρση της 28 ης Οκτωβρίου, οι εργάτες του εργοστασίου του Ασπρόπυργου της Χαλυβουργίας Ελλάδος αποφάσισαν να αντεπιτεθούν στην εργοδοσία τους που ήθελε «πεντάωρο ή 180 απολύσεις». Εκεί που το πλήθος είχε εξαντλήσει τα όριά του, ήρθε η παραδοσιακή βιομηχανική εργατική τάξη να βάλει επιτέλους τα πράγματα στη θέση τους.

Οι ταξικοί αγώνες από τη μια έχουν τους αστούς και από την άλλη τους προλετάριους. Οι αστοί λειτουργούν ορθολογικά, υπολογιστικά, ψυχρά και ενωτικά. Τα αστικά κόμματα, οι κρατικοί μηχανισμοί και φυσικά το καρτέλ της επεξεργασίας χάλυβα (Μάνεσης-Αγγελόπουλος-Στασινόπουλος) έδρασαν αρμονικά και μεθοδικά. Διεξήγαγαν τον δικό τους αγώνα με ψυχραιμία φροντίζοντας να αποτρέψουν την επέκταση της απεργίας στον κλάδο, να προβοκάρουν στέλνοντας τη Χρυσή Αυγή, να εκμεταλλευτούν το παρατεταμένο προεκλογικό κλίμα, να χρησιμοποιήσουν τους μηχανισμούς της αστικής δικαιοσύνης σταδιακά και να κλιμακώσουν την επίθεση κατά τους καλοκαιρινούς μήνες –όταν το «κίνημα/κόμμα» σε αυτή τη χώρα αποδιοργανώνεται πλήρως και παθαίνει ηλίαση από τον καύσωνα– στέλνοντας τα ΜΑΤ να σπάσουν την περιφρούρηση και το φρόνημα όσων απεργών δεν είχαν λυγίσει. Το αστικό μπλοκ έλαβε σύσσωμο μέρος σε αυτόν τον αγώνα για να καταφέρει να ξεκινήσει να εφαρμόζει τα αντεργατικά μέτρα σε έναν πολύ σημαντικό κλάδο της βιομηχανικής παραγωγής, τον κλάδο του μετάλλου, και να προστατέψει και να ενισχύσει την πολιτική και ιδεολογική του εξουσία πάνω στους εργαζόμενους σε καιρούς όξυνσης των ταξικών αντιθέσεων. Τα κατάφερε, αν και σε καμία περίπτωση αβίαστα, σε ικανοποιητικό βαθμό.

Οι προλετάριοι από την άλλη λειτουργούν κατά κόρον ατομικά. Όσοι εκφράζονται μέσα από κόμματα, οργανώσεις, συλλογικότητες και σωματεία είναι ιδεολογικά διασπασμένοι. Για τις αιτίες αυτής της κατάστασης υπάρχουν μυριάδες κιτάπια. Όσοι από τους προλετάριους έλαβαν, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, μέρος σε αυτόν τον αγώνα βρήκαν την έκφρασή τους μέσα από τα υπάρχοντα γνωστά πολιτικά μορφώματα και ενεπλάκησαν σε αυτόν σε διαφορετικό βαθμό. Εκατέρωθεν, ξεπεράστηκαν αγκυλώσεις με αποτέλεσμα να υπάρξει υλική στήριξη και να δοθεί δημοσιότητα από όλο το φάσμα της αριστεράς και της αναρχίας. Πώς οδηγηθήκαμε σε αυτό το πρωτοφανές σκηνικό;

Η απεργία στη Χαλυβουργία ήταν μια απεργία με οικονομικά αιτήματα μεν αλλά εντός ενός αντιμνημονιακού, αντικαπιταλιστικού πλαισίου που τη μετέτρεψε σε πολιτική. Δεν είχε ως αίτημα την παραίτηση της κυβέρνησης, τη διαγραφή του χρέους, την κατάργηση της μνημονιακής νομοθεσίας κ.λπ., αλλά την επαναπρόσληψη των απολυμένων συναδέλφων και τη δέσμευση της εργοδοσίας ότι δεν θα γίνουν ούτε μειώσεις μισθών ούτε απολύσεις, κόντρα στο τοπίο που επιδιώκει να δημιουργήσει η μνημονιακή νομοθεσία της καπιταλιστικής κρίσης όσον αφορά τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Αυτό ήταν το μεγάλο κατόρθωμα των απεργών χαλυβουργών και κανενός άλλου.

Ωστόσο η απεργία αυτή πήρε πολιτικό χαρακτήρα και διάσταση όχι μόνο λόγω της συγκυρίας ή των πολιτικών ταυτοτήτων των ηγετικών στελεχών του σωματείου, αλλά και από το γεγονός ότι μετά από την ηθική και ιδεολογική ήττα που υπέστη η εργατική τάξη από την έναρξη της καπιταλιστικής κρίσης (και δεν μιλάμε για το 2008 στις ΗΠΑ αλλά για τις αρχές τις δεκαετίας του 1970 παγκοσμίως), ο βιομηχανικός εργάτης, το χαμένο για πολλούς επαναστατικό υποκείμενο, ήρθε ξανά στο επίκεντρο με 272 ημέρες συνεχόμενης απεργίας και διεκδίκησε την πρωτοπορία όχι απλώς στους εργατικούς, αλλά και στους αντιμνημονιακούς και αντικαπιταλιστικούς αγώνες των καιρών μας: «Όλη η Ελλάδα μια Χαλυβουργία». Επιπλέον, η απεργία διαρκείας σε ένα εργοστασιακό σωματείο ανακάλεσε μνήμες από τους τελευταίους μεγάλους εργατικούς αγώνες των εργοστασιακών σωματείων στην Ελλάδα, στα τέλη της δεκαετίας του 1970, που έπαιξαν ιδιαίτερο ρόλο στην εξέλιξη του εργατικού κινήματος, στη σημασία που απέκτησε ο συνδικαλισμός μετά την πτώση της Χούντας και στη βελτίωση, έστω και για μικρό χρονικό διάστημα, της σχέσης παραγωγικότητας-μισθού προς όφελος του εργαζομένου. Τρίτον, η απεργία διαρκείας των χαλυβουργών ήρθε ως έμπρακτη απάντηση στις μονοήμερες ή ολιγοήμερες απεργίες άλλων κλάδων ή ακόμα και τις γενικές, που διέπονται από ηττοπάθεια και λειτουργούν ως κυματοθραύστες της εργατικής οργής.

Η απεργία της Χαλυβουργίας ανεστάλη στις 28 Ιουλίου, μετά από γενική συνέλευση του εργοστασιακού σωματείου, και οι απεργοί πήραν το δρόμο για δουλειά –με όλο το ψυχικό βάρος και την τρομοκρατία που συνεπάγεται αυτό– έχοντας να φροντίσουν για 120 απολυμένους και να αντιμετωπίσουν σωρεία μηνύσεων, αγωγών και κατηγοριών. Επιπλέον, από τις αρχές Νοεμβρίου του 2012, οι εργάτες στο εργοστάσιο της Χαλυβουργίας Ελλάδος στον Βόλο, που λειτουργούσε για όλο το χρονικό διάστημα της απεργίας στον Ασπρόπυργο ως απεργοσπαστικός μηχανισμός, πήραν ως εργοδοτική επιβράβευση του σαμποτάζ τους εναντίον των συναδέλφων τους μια πρόταση μείωσης του μισθού τους κατά 25% για αόριστο χρονικό διάστημα η οποία κατέληξε σε 18% μείωση για τους επόμενους 4 μήνες, όπως τελικά έγινε δεκτή από τη γενική συνέλευση των σωματείου των εργατών στον Βόλο.

Ο Γ. Σιφωνιός, ο πρόεδρος του σωματείου των χαλυβουργών του Ασπροπύργου, στην εισηγητική ομιλία κατά τη γενική συνέλευσή τους στις 28 Ιουλίου 2012, είπε μεταξύ άλλων: «Τους νικήσαμε όλους, γιατί είχαμε το δίκιο με το μέρος μας, γιατί είμαστε ενωμένοι». Στην τελευταία γενική συνέλευση των χαλυβουργών και την πρώτη μετά την απόφαση αναστολής της απεργίας, στις 26 Οκτωβρίου 2012, η αίσθηση που επικρατούσε ήταν ακριβώς αυτή. Κανείς από τους παρευρισκόμενους δεν κλόνισε την πεποίθηση ότι ο αγώνας τους ήταν νικηφόρος ακριβώς επειδή έχουν το δίκιο με το μέρος τους και όσοι συνέβαλαν στον αγώνα μέχρι τέλους μένουν ενωμένοι. Είναι αυτό νίκη;

Είναι νίκη για τους ίδιους τους πρώην πλέον απεργούς, καθώς συνεχίζουν να στηρίζουν υλικά, ηθικά και θεσμικά τους απολυμένους και οι απολυμένοι συνεχίζουν να δραστηριοποιούνται στις συνελεύσεις και να διατηρούν ενεργοποιημένη την επιτροπή τους. Είναι νίκη δεδομένου ότι, μετά από τόσους μήνες απεργίας, συγκρούσεων και τριβών, ο εργοδότης ακόμα προσπαθεί να συγκροτήσει επιτροπή με τους πρώην απεργοσπάστες για να εξοβελίσει το υπάρχον σωματείο και δεν τα έχει καταφέρει. Είναι νίκη γιατί, όσα κι αν θυσίασαν αυτοί οι εργάτες, μπορούν ακόμα να δουν με ταξικούς όρους τους απεργοσπάστες συναδέλφους τους στον Βόλο και να προσφέρουν την αλληλεγγύη τους στην όποια απόφασή τους μπροστά στην εργοδοτική πρόταση μείωσης του μισθού τους. Άντεξαν να απεργήσουν για εννιά μήνες και επέλεξαν να επιστρέψουν για δουλειά όταν είδαν ότι είχαν τεθεί σε λειτουργία όλοι οι κρατικοί κατασταλτικοί μηχανισμοί εναντίον τους, αλλά και όταν είδαν συνάδελφους απεργούς, μπροστά στην ενδεχόμενη έλευση της ήττας, τις εντεινόμενες απειλές και τις δωροδοκίες της εργοδοσίας, να προδίδουν τον αγώνα και να πηδάνε τις μάντρες του εργοστασίου για να επιστρέψουν στο πόστο τους. Σε τελική ανάλυση, δεν σταμάτησαν τον αγώνα, απλώς επέλεξαν μια λιγότερο συγκρουσιακή μορφή κρίνοντας ορθολογικά τις δυνατότητές τους.

Για όσες δυνάμεις όμως ενεπλάκησαν στον αγώνα αυτό, πέρα από τους ίδιους τους εργαζόμενους της Χαλυβουργίας Ελλάδος, η λήξη της απεργίας ήταν στην πραγματικότητα μια σοβαρή ήττα. Το ΚΚΕ, και ο συνδικαλιστικός ιμάντας μεταβίβασης της γραμμής του κόμματος, το ΠΑΜΕ, προσπαθεί μέσα από τον αγώνα των Χαλυβουργών να υψώσει το φρόνημα των μελών του δημιουργώντας νέους ήρωες. Κάτι αναγκαίο αφού το τιμώρησε ο λαός με την ψήφο του στις τελευταίες εκλογές κατεβάζοντας το ποσοστό του σχεδόν στο μισό. Αντί να προβεί σε μια αποτίμηση της απεργίας, της δράσης των μελών του και των στελεχών του μέσα και έξω από το σωματείο, της δράσης άλλων αλληλέγγυων δυνάμεων, της απήχησης στην υπόλοιπη εργατική τάξη, των μέσων που χρησιμοποίησε το αστικό μπλοκ, κ.λπ., ώστε να κάνει αυτή την εμπειρία θεωρητικό εφόδιο για περαιτέρω δράση, αγιοποιεί τους απεργούς, προπαγανδίζει την υπεροχή του, εξαφανίζει κάθε αλληλέγγυα συλλογικότητα που δεν ανήκει στους κόλπους του και ισοπεδώνει όλες τις αντιφάσεις που εκδηλώθηκαν στους κόλπους του αγώνα κάτω από τον τίτλο «Η παρέμβαση των άλλων δυνάμεων και των μηχανισμών» στο κεφάλαιο 5 του Χρονικού του ηρωικού αγώνα των Χαλυβουργών, του βιβλίου που εξέδωσε η Νομαρχιακή Οργάνωση Βιομηχανίας της Κομματικής Οργάνωσης Αθήνας του ΚΚΕ.

Άλλοι αλληλέγγυοι, ατομικά ή μέσα από συλλογικότητες, που για πολλούς από αυτούς ο ρόλος που έπαιξε το ΠΑΜΕ ήταν να περιορίσει και να ελέγξει τους απεργούς, αποκλείοντάς τους από άλλες κοινωνικές δυνάμεις με πιο συγκρουσιακές και «αγνές» διαθέσεις, ώστε να χρησιμοποιήσει των αγώνα των απεργών της Χαλυβουργίας προς δικό του πολιτικό όφελος, άσκησαν κριτική θεωρώντας ότι οι απεργοί έπρεπε, όταν τον Ιούλιο επιστρατεύτηκαν τα ΜΑΤ εναντίον τους έξω από τις «πύλες της φωτιάς», να προχωρήσουν σε σύγκρουση (οι αλληλέγγυοι θα ήταν στο πλευρό τους) και να τα δώσουν όλα για όλα. Ποιο θα ήταν όμως το αποτέλεσμα αφού, βάσει συσχετισμών, πάλι η απεργία θα έβγαινε χαμένη; Μα… οι απεργοί θα γινόντουσαν οι δικοί τους ήρωες.

Η εικόνα του υπέρμετρου μόχθου του εξαθλιωμένου εργάτη, που κάθε μέρα παίζει κορώνα-γράμματα την ακεραιότητα του σώματός του και την ίδια τη ζωή του κατέχει μια περίοπτη θέση στο φαντασιακό όλων όσων εντάχτηκαν στις γραμμές του κοινωνικού κινήματος κατά την περασμένη εικοσαετία. Μετά το «τέλος της Ιστορίας», κάποιοι αποφάσισαν να κλείσουν τα αυτιά τους μπροστά στις σειρήνες του εκσυγχρονισμένου λάιφσταϊλ. Απέρριψαν τους τρίτους δρόμους, δεν γοητεύτηκαν από τις δυνατότητες κοινωνικής ανέλιξης στην ανταγωνιστική αγορά εργασίας, δεν φοβήθηκαν την απειλή της παρωχημένης ανατολής, δεν μπήκαν σε διαταξικό διάλογο. Κατά πόσο όμως αυτό ήταν αποτέλεσμα των υλικών συνθηκών της ζωής τους και όχι της γοητείας που ασκεί στα παιδικά χρόνια ο αιώνιος μύθος του καλού εναντίον του κακού; Επιπρόσθετα, μπορούμε να μιλήσουμε πράγματι για τον πρωτοπόρο βιομηχανικό εργάτη; Οι εργάτες αυτοί μέσω του σωματείου τους ξεκίνησαν μια απεργία με σκοπό να αποτρέψουν τις απολύσεις και τις μειώσεις μισθών στο εργοστάσιό τους. Από αυτόν τον περιορισμένο χωρικά αγώνα θα μπορούσε να ακουστεί το σάλπισμα για την εκκίνηση της ακύρωσης των αντεργατικών μνημονιακών μέτρων και σε άλλους χώρους δουλειάς. Σε τοπικό, σε κλαδικό, σε διακλαδικό και, στο πιο αισιόδοξο σενάριο, σε γενικό επίπεδο. Δυστυχώς, δεν έγινε τίποτα από αυτά.

 
Η σημερινή γενιά των αγωνιστών είναι μπολιασμένη με τις βασανισμένες ιστορίες των ανθρώπων που συγκρότησαν την εργατική τάξη και την αριστερά στην Ελλάδα, των συνδικαλιστών και των κομμουνιστών του μεσοπολέμου, των αντιφασιστών της αντίστασης, των διωγμένων αντιφασιστών της απελευθέρωσης, των ανταρτών του ΔΣΕ, των εξόριστων, των διωγμένων αριστερών, των αντιδικτατορικών αγωνιστών και των συνδικαλιστών της δεκαετίας του 1970. Αυτό που κατάφερε να κάνει η πασοκική αλλαγή του 1981 ήταν να παραδώσει όσα στοιχεία είχαν απομείνει από όλους αυτούς τους αγώνες σε έναν κυρίαρχο λόγο, που με μαγικό τρόπο τα τσουβάλιασε όλα σε αριστερή μεταπολιτευτική διαφθορά, υπερελευθερία και γραφειοκρατική σοβιετία. Ακριβώς όπως και στη Μακρόνησο τσουβάλιαζαν τους εξόριστους μαζί με γάτες και τους έριχναν στη θάλασσα. Αυτό που έμεινε στη σημερινή γενιά ήταν ό,τι γλίτωσε από αυτό το τσουβάλιασμα και το μόνο που γλίτωσε ήταν τα… πεθαμένα μας. Η αίσθηση δικαίου για τους περισσότερους αυτής της γενιάς ξεκίνησε να αναβλύζει από το συναίσθημα της ιστορικής αδικίας που υπέστη το κοινωνικό κίνημα και όχι από την κατανόηση της σύγχρονης κοινωνικής εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης. Το «δίκιο του εργάτη» λοιπόν είναι το δίκιο του αδικημένου αριστερού της ιστορίας του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού και όχι του εκμεταλλευόμενου μέρους της καπιταλιστικής σχέσης.

Ο απεργός χαλυβουργός έγινε ο άγιος, ο εκπρόσωπος του Θεού (του κόμματος/κινήματος) επί γης. Καθένας και καθεμιά περίμενε από τις κινήσεις και τις ενέργειές του την ιστορική του δικαίωση, την αναβίωση ενός μύθου που οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι είναι ο μύθος των ηττημένων. Είναι ήρωες οι ηττημένοι, αλλά ήρωες που έχουν χάσει, είτε πεθαίνοντας είτε συμβιβαζόμενοι με τον κοινοβουλευτισμό. Αυτό που παρατηρεί κανείς στους χειρισμούς των αστών είναι η ψυχρή λογική, ο επαγγελματισμός και ο συγχρονισμός με το σήμερα. Οι εκπρόσωποι της εργατικής τάξης βρίσκονται δέσμιοι σε ένα φαντασιακό, σε ένα δημιούργημα που έχει προκύψει μέσα από έναν συγκεκριμένο τρόπο συναισθηματικής διαχείρισης της ιστορικής μνήμης. Οι ταξικοί αγώνες δεν χρειάζεται να παράγουν ήρωες και μύθους, αλλά γνώση και συνείδηση.

 περ. λεύγα 9 (Νοέμβριος 2012), 14-18.


Αν σας άρεσε το άρθρο αυτό, παρακαλώ γίνετε συνδρομητές ή αγοράστε το τρέχον τεύχος.


 


Τρίτη 4 Σεπτεμβρίου 2012

Όλγα Καρυώτη: Και σαν σκιές επιστρέφουμε…


Ο Πεπίτο Κονκάρνε είχε να φάει τέσσερις μέρες. Δεν είχε ούτε λεφτά ούτε όρεξη. Είχε όμως μια κυνηγετική καραμπίνα και μπόλικη… μελαγχολία. Ναι, ο Πεπίτο Κονκάρνε πάσχει από μελαγχολία. Μέχρι να αρπάξει την καραμπίνα του και να την ανάψει στο πρώην αφεντικό του, τον Δον Αντριάνο, ο οποίος του χρωστούσε 32.000 ευρώ αποζημίωση –που θα του εξασφάλιζαν αρκετά γεύματα και όρεξη– και σε έναν εργάτη που ρίσκαρε το τομάρι του για να προστατέψει το εν λόγω αφεντικό, δεν ήξερα ότι η μελαγχολία είναι πάθηση, ασθένεια, «πώς-το-λένε» διαταραχή…


Εγώ θα έλεγα ότι η μελαγχολία είναι ένα γλυκόπικρο συναίσθημα που με λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και το αγόρι μου γίνεται ακόμα πιο ενδιαφέρον, ενίοτε και δημιουργικό... Ή πολύ κρασί, χωρίς τα άλλα δύο. Ή ένα ντάκιρι, ή πολλά, χωρίς φράουλες κι αηδίες. Αλλά, όπως έχουν πει οι επιστήμονες, η εποχιακή συναισθηματική διαταραχή SAD (Seasonal Αffective Disorder) είναι μια πραγματικότητα. Η έλλειψη ήλιου ενδέχεται να προκαλέσει αυτή την επάρατη νόσο, τη μελαγχολία! Οι ερευνητές έχουν διαπιστώσει ότι ο ασθενής χρειάζεται φωτοθεραπεία σε δόσεις 2.500-10.000 Lux για περίπου 30 λεπτά την ημέρα, κυρίως κατά τις πρωινές ώρες. Μάλλον ούτε ο Πεπίτο το γνώριζε όταν απολύθηκε στις 31 Αυγούστου 2011 και αντί να κάτσει κάτω από ευεργετικούς λαμπτήρες ενόψει φθινοπώρου αρκέστηκε σε συμβατικά χάπια. Ε λοιπόν ούτε έφαγε ούτε πήρε χάπια για τέσσερις μέρες και η μελαγχολία φούντωσε! Βέβαια, κάποιοι ισχυρίζονται ότι και η ανεργία που μαστίζει μια χώρα σε κρίση και ακόμα περισσότερο μια περιοχή όπου το ένα εργοστάσιο κλείνει μετά το άλλο επιδείνωσε την κατάσταση, θόλωσε το μυαλό του, απελπίστηκε. Και αποφάσισε να ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς του με τον Δον Αντριάνο. Μια για πάντα. Τώρα που το σκέφτομαι όμως… λείπει ποτέ ο ήλιος από το Μεξικό;

Η αστυνομία κινητοποιήθηκε άμεσα. Κατέφθασαν και δυνάμεις των ΕΚΑΜ. Ο Πεπίτο εντέλει ξεκίνησε να συνομιλεί με τους διαπραγματευτές της αστυνομίας και οι δύο τραυματίες μεταφέρθηκαν στο νοσοκομείο. Απαίτησε την καταβολή των δεδουλευμένων και την επαναπρόσληψή του. Αργά το βράδυ ζήτησε τα χάπια του, λίγο μετά τα μεσάνυχτα πείστηκε να παραδοθεί και απελευθέρωσε τους δύο εργάτες που κρατούσε ομήρους.

Ο πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Κομοτηνής, Παντελής Μαγαλιός, καταδίκασε το περιστατικό αλλά τόνισε ότι «θα πρέπει να δούμε ποιος όπλισε το χέρι αυτού του ανθρώπου, τι τον έκανε να φτάσει εδώ. Η ανεργία, η οποία έχει διογκωθεί, και το κόψιμο των μισθών είναι προβλήματα που θα τα βρούμε μπροστά μας». Υπήρξαν και άλλες εκδοχές που φώτισαν τα ταξικά χαρακτηριστικά της επίθεσης και την στρεβλή αναπαράστασή της από τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης όπου η βία της απόλυσης παρουσιάζεται ως χάδι μπροστά στη βία που εξαπολύει ο απολυμένος, αλλά εμείς ξέρουμε ότι είναι ο άνεμος που ντετερμινιστικά μετατρέπεται σε θύελλα. Ή μήπως όχι; Κατά τη Μαριάννα Τζιαντζή (http://goo.gl/PcIZv): «Τα εγκλήματα ερωτικού “πάθους και τιμής” παραχωρούν τη θέση τους στις αυτοκτονίες και στα εγκλήματα για τη χαμένη τιμή της εργασίας, για τη χαμένη τιμή και αξιοπρέπεια του ανθρώπου. […] Οι τίτλοι τέλους έπεσαν. Το συμβάν “ομηρία στην Κομοτηνή” έληξε με δύο ελαφρούς τραυματισμούς. Ένας άνθρωπος που ήδη ένιωθε τελειωμένος, αποκτηνωμένος, νεκροζώντανος, έγινε δυο φορές τελειωμένος, όμως εκατοντάδες χιλιάδες άνεργοι και απολυμένοι ακροβατούν στο τεντωμένο σχοινί της αυτοκαταστροφής».

Τα γεγονότα βρίσκουν διέξοδο σε «λυτρωτικές» γενικεύσεις που επιχειρούν να σπείρουν φόβο. Είτε από τα πάνω προς τα κάτω είτε από τα κάτω προς τα πάνω. Ενώ όμως κάθε γενίκευση μοιάζει να έχει τουλάχιστον δύο αφετηρίες, ο φόβος τελικά καταλήγει προς μία κατεύθυνση. Προς τα κάτω. Κοινός τόπος, αριστερά και δεξιά, η διάρρηξη του κοινωνικού ιστού. Πολλοί είναι αυτοί ωστόσο που τη βλέπουν να ξεκινά από τη διάρρηξη των σπιτιών «μας».

Αυτό διαπίστωσε και ο Εουσένιο Βαρκαρόλα. Κάθε βράδυ που έπεφτε να κοιμηθεί, απίθωνε δίπλα του την κυνηγετική του καραμπίνα. Η οικογένεια του Εουσένιο με σκληρή δουλειά κατάφερε να αποκτήσει δύο εστιατόρια κι ο Εουσένιο ως υποδειγματικός νέος και γιος συνδυάζει σπουδές και δουλειά. Μα οι συνεχείς απόπειρες διάρρηξης του σπιτιού του και των γύρω σπιτιών στην πολύπαθη πόλη του δεν τον άφηναν ήσυχο. Και το κακό έγινε! Αλλοδαποί μπήκαν τελικά στο σπίτι του και απείλησαν με μαχαίρι τη μητέρα. Τους εκφόβισε με την καραμπίνα κι έγιναν καπνός. Για κακή τους τύχη λέγεται ότι τους εντόπισαν αργότερα άλλοι κάτοικοι καθώς επιχειρούσαν να διαρρήξουν κάποιο άλλο σπίτι. Ο Εουσένιο τους καταδίωξε. Και ο Εμβέρ έπεσε νεκρός. Η αστυνομία ήταν κάπου εκεί έξω. Όπως και η αλήθεια. Ο Εουσένιο, πάντα ορθός, παραδόθηκε μόνος του στους μπάτσους. Συντοπίτες του Εουσένιο, μαζί και μέλη της παρακρατικής οργάνωσης Αμανεσέρ Ντοράντο, μαζεύτηκαν έξω από το αστυνομικό τμήμα όπου κρατούνταν ο αυτοβούλως παραδομένος Εουσένιο να ζητωκραυγάσουν το ηρωικό του κατόρθωμα, την παραδειγματική υπεράσπιση της ιδιοκτησίας, της οικογένειας και της ζωής. Αλλά υπάρχει τέτοια οργάνωση στο Μεξικό;

Η πρώτη σε κυκλοφορία εφημερίδα της χώρας, Πριμέρ Νούμερο, αμολάει κάθε φορά τα δύο λαγωνικά της στον τόπο του εγκλήματος. Και κάθε φορά δημιουργούν ακόμα έναν. Ο Ντιέγκο Μπατίστα και η Άρια Αλεμάν, πιστά σκυλιά του διαπλεκόμενου Δον Αναστάζιο, αφήνουν την πένα τους να γλιστρήσει αρμονικά στο πεντάγραμμο της φασιστικής εκκωφαντικής συμφωνίας «Κρίση», που κατέληξε στο θερινό Allegro «Ξένιος Ζευς». Πρωταγωνιστές στην αναμετάδοση της ημιτελούς αυτοδικίας του μελαγχολικού Πεπίτο –με αποκλειστική συνέντευξη κατά τη διάρκεια του θρίλερ– και της αυτοδικίας του γενναίου Εουσένιο. Αναρωτιούνται στην περίπτωση του Εουσένιο… ποιος ο θύτης και ποιο το θύμα (http://goo.gl/UsK8U); Ο αναγνώστης τους θα έλεγα εγώ. Ο πολίτης, λένε, έχει το αναφαίρετο δικαίωμα στην προστασία της ατομικής του περιουσίας, της οικογένειάς του και της ζωής του – αρκεί να το κάνει κατά μόνας και όχι ενάντια σε κάποιον που έχει μεγαλύτερη περιουσία, επιφανέστερη οικογένεια και δημόσια ζωή, λέω εγώ. «Όταν οι αρχές δεν μπορούν, κάποιος πρέπει να κάνει τη “βρώμικη” δουλειά», λένε. «Κυρίως όταν το όπλο ενός άγνωστου εισβολέα σε σημαδεύει απειλητικά στο σκοτάδι του δικού σου σπιτιού», λένε. Αλλά όχι όταν σε σημαδεύει απειλητικά εν ώρα εργασίας πρωί πρωί, λέω εγώ, γιατί αυτό δεν είναι πλήρωση του κενού των αναποτελεσματικών αρχών αλλά αποτέλεσμα μελαγχολίας.

Το σεβαστό στον λαό παρολίγον θεσμικό κόμμα, που κατάφερε με τη χοντροκομμένη μαεστρία που χαρακτηρίζει τον ισχύοντα εκλογικό νόμο να διατηρήσει τον μανδύα του κινηματικού, ενίσταται απέναντι στην κακή οργάνωση των οργάνων της τάξης για το κακό της αυτοδικίας στην περίπτωση του Εουσένιο: «Η δολοφονία αλλοδαπού στην Παιανία καταδεικνύει με τον πλέον δραματικό τρόπο την απόσυρση του κράτους από την προστασία των πολιτών. Είναι ένα ακόμη σύμπτωμα μιας κοινωνίας που βυθίζεται στην παρακμή. Η αυτονόητη καταδίκη εγκληματικών πράξεων, όπως και φαινομένων αυτοδικίας δεν αρκεί. Για να εξαλειφθούν τέτοια φαινόμενα απαιτείται η άμεση αντιστροφή της καθοδικής πορείας της χώρας. Η έξαρση της βίας και της εγκληματικότητας είναι ευθέως συνδεδεμένη με τη φτώχεια και την εξαθλίωση, αλλά και με την απόσυρση της αστυνομίας από το έργο της, που δεν είναι άλλο από την προστασία της ασφάλειας των πολιτών. Το γενικευμένο αίσθημα ανασφάλειας και φόβου που πλήττει όλους ανεξαιρέτως τους συμπολίτες μας δεν οφείλεται μόνο στην έξαρση της εγκληματικότητας, αλλά και στη διάλυση της υγείας, της παιδείας, του κοινωνικού κράτους και ως τέτοιο πρέπει να καταπολεμηθεί με ριζική αλλαγή της ασκούμενης πολιτικής». Για να αποσυρθεί το κράτος και η αστυνομία από την προστασία των πολιτών, για να βυθιστεί η κοινωνία στην παρακμή, για να πάρει η χώρα καθοδική πορεία σημαίνει ότι κάποτε το κράτος και η αστυνομία προστάτευαν τον πολίτη, η κοινωνία άκμαζε και η πορεία της χώρας ήταν ανοδική.

Πιστός στον Δον Αντριάνο, καθότι στη δούλεψή του δεκαετίες τώρα, από τον κοινό τόπο καταγωγής τους το Αίγιο, στα «Αχαϊκά Πλαστικά», ο Πεπίτο τον είχε ακολουθήσει όταν άνοιξε κι άλλο εργοστάσιο κατασκευής σκουπιδοκάδων, αυτή τη φορά στην Κομοτηνή, αφού είχε φροντίσει ο μεγάλος Δον να απλώσει τα παραποτάμια του σε αρκετούς Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, για να μοσχοπουλάει σκουπιδοτενεκέδες, σκουπιδιάρες και άλλα σκουπίδια και φούμαρα με κάθε δυνατή άνωθεν βοήθεια. Εξαγωγές, καινοτομίες και άλλες δύο μονάδες στην Ιταλία και τη Γηραιά Αλβιώνα. Ο Πεπίτο ήταν προϊστάμενος στο εργοστάσιο για 10 χρόνια σχεδόν… Σύμφωνα με μαρτυρίες της κόρης του, τον πρώτο καιρό κοιμόταν μέσα στο εργοστάσιο για να μην χάνει χρόνο. Ενδιάμεσα, ο Δον Αντριάνο είχε αντλήσει μπόλικες επιδοτήσεις από τον κρατικό κορβανά, ιδρύοντας μια αεροπορική εταιρεία με σκοπό τη μάσα και την παρουσίαση ανταγωνισμού στην αγορά αερογραμμών της χώρας. Μέχρι να φτιαχτεί το ωραιότατο ιδιωτικό μονοπώλιο του Δον Μπαζίλ. Εκεί η αποστολή του τελείωσε και η αεροπορική εταιρεία έκλεισε. Ο Πεπίτο φυσικά δεν ήταν ο μόνος απο
λυμένος ούτε ο μόνος απλήρωτος. Εργάτες χωρίς κατάλληλη ασφάλεια και ασφάλιση, απολυμένοι χωρίς αποζημιώσεις και εναπομείναντες απλήρωτοι για δύο με τρεις μήνες εδώ και κάποια χρόνια ήταν ο κανόνας (http://goo.gl/IsFU7). Και για να μην ξε-χνιόμαστε ο Πεπίτο το είχε πει στην τούρλα του εγκλήματος που διέπραττε. Τα κέρδη πήγαιναν σε οφσόρ. Το επιχειρησιακό συνδικάτο εργοδοτικό και ο κρατικός έλεγχος μηδενικός. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 μέχρι πρότινος ξετυλίγεται μια ιστορία που σε καμία περίπτωση δεν έχει να επιδείξει προστασία του πολίτη, ακμάζουσα κοινωνία, ανοδική πορεία της χώρας, κοινωνικό κράτος και τα ρέστα. Έχει όμως να επιδείξει προστασία του αστού. Μα… υπάρχει στο Μεξικό Κομοτηνή;

Ποινική δίωξη για απόπειρα ανθρωποκτονίας, πρόκληση σωματικής βλάβης η οποία χαρακτηρίζεται επικίνδυνη απόπειρα εκβίασης, αρπαγή, οπλοφορία, οπλοχρησία και άσκοπους πυροβολισμούς, άσκησε η Εισαγγελέας Πρωτοδικών Ροδόπης εναντίον του Πεπίτο. Σύμφωνα όμως με τη δικηγόρο του Πεπίτο, ο ίδιος δήλωσε ότι σέβεται και εκτιμά τον εργοδότη και κουμπάρο του, ότι δηλώνει μετανιωμένος για τις πράξεις του και πως η κατάσταση εκτραχύνθηκε από… λάθος χειρισμούς. Η δικηγόρος πρόσθεσε ότι ο πελάτης της έχει να λαμβάνει αποζημίωση από την εταιρεία, βρίσκεται σε πολύ άσχημη οικονομική κατάσταση και πάσχει από μελαγχολία (http://goo.gl/oZxJN). Ο Πεπίτο Κονκάρνε πλέον αγνοείται… Φήμες λένε ότι βρίσκεται σε κάποιο ιδρωμένο κι ανήλιαγο κελί, προσεύχεται στον άγιο Πέπε και αυτομαστιγώνεται κάθε μέρα 6 με 8 το απόγευμα.

Ο Εουσένιο όμως τη σκαπούλαρε ηρωικά. Με ευρεία κοινωνική υποστήριξη στο πλευρό του και με μια απολογία (http://goo.gl/mw8RT) η οποία ουδεμία σχέση είχε με όσα παρουσίασαν σχετικά με το συμβάν οι δαιμόνιοι ρεπόρτερ, αφέθηκε ελεύθερος. Άλλο να τραυματίζεις κοτζάμ Δον Αντριάνο κι άλλο να στέλνεις στον οξαποδώ έναν Εμβέρ Χότζα, ξεχασμένο εγγονό του πάλαι ποτέ δικτάτορα του προλεταριάτου της λαϊκής δημοκρατίας της Αλβανίας. Κάποιοι λένε ότι ήταν καιρό άνεργος με δυο παιδιά και γυναίκα καρκινοπαθή. Κάποιοι άλλοι ότι ήταν επαγγελματίας διαρρήκτης. Κάποιοι απλώς τον κατατάσσουν στα λούμπεν στοιχεία που δεν μας ενδιαφέρει πώς προέκυψαν και γιατί, τα έχουμε διαγράψει και αν κάνουν ποτέ κάτι αυτό σίγουρα δεν θα είναι για καλό. Τελικά, αυτό που έμεινε και είχε για όλους σημασία ήταν η αλλοδαπή του προέλευση.

Όσο ο Εουσένιο ίδρωνε και ξεΐδρωνε δίπλα από την κυνηγετική του καραμπίνα, η Καρμέλα Λοσόχος έψαχνε πανικόβλητη μια δουλειά για το καλοκαίρι σε κάποιο νησί για να βγάλει τα νοίκια του φθινοπώρου. Και βρήκε στην Πάρο. Σε ένα από αυτά τα τρέντι γιαουρτάδικα που ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια. Και νόστιμα και υγιεινά. Μάζεψε τα μπαγκάζια της και έφυγε για το «Νησί». Μεροκάματο 35 ευρώ. Τα μισά ένσημα. Συνάδελφοι 10. Άντρες. Ξαδέρφια του αφεντικού. Στα νησιά όλοι οι ντόπιοι συγγενεύουν με κάποιο τρόπο. Όσο περνούσε ο καιρός οι ώρες εργασίας αυξάνονταν με τα τουριστικά ρεύματα. Όχι όμως και το μεροκάματο. Όσο πιο εντατική γινόταν η δουλειά, το αφεντικό γαμοσταύριζε για πιο γρήγορα, οι συνάδελφοι έβλεπαν όλο και περισσότερα μουνιά να ζητάνε παγωτό γιαούρτι ή δεν ξέρω τι άλλα ασπρουλιάρικα σκατά πουλάνε σε τέτοια μέρη, και οι πελάτες μανούριαζαν για την αναντιστοιχία μεταξύ του μεγέθους του μπαλακίου και της τιμής του μπαλακίου. Κανένα ρεπό. Μόνο στην ακραία περίπτωση που θα έσκαγε μύτη το ΙΚΑ για έλεγχο. Το νοίκι πάντως θα ήταν εξασφαλισμένο. Το αν η Καρμέλα θα επιστρέψει αρτιμελής από την Πάρο, μένει να το δούμε. Κάπου τέλη Ιουλίου με αρχές Αυγούστου, ο ρεπόρτερ Ντιέγκο θέλησε να δροσίσει το στομάχι του μετά τη δύσκολη αποστολή του στην Πάρο αρχικά για την αποκάλυψη του προσώπου του τρομερού Πακιστανού δράκου βιαστή και κατόπιν για την κάλυψη της συλλογής στοιχείων για τους αντιεξουσιαστές ληστές τραπέζης και δολοφόνους Παριανού ταξιτζή. Θα μείνουμε όμως στον δράκο που ξεσήκωσε θύελ-λα ενάντια στους λαθρομετανάστες και ήρθε ως φαράσι στη σκούπα του Υπουργού. Έχω την αίσθηση ότι πλέον το χρώμα αρκεί για να εντοπίσει κανείς τους λαθραίους από τους νόμιμους. Μα πώς δούλευε ο λαθραίος τρία χρόνια κηπουρός σε ξενοδοχείο στην Πάρο; Μα υπάρχει Πάρος στο Μεξικό;

Ξαφνικά, έγινε από τα μαζικά μέσα ενημέρωσης η τρομερή διαπίστωση ότι πολλά αφεντικά προσλαμβάνουν τέρατα λαθρομετανάστες επειδή είναι πιο φτηνά. Και εμείς οι Έλληνες μένουμε άνεργοι! Το βέβαιο είναι ότι αν κάνουμε τους κατάλληλους υπολογισμούς (http://goo.gl/C3BMU), 45 αλλοδαποί αλώνουν καθημερινά το φιλόξενο λίκνο της Δημοκρατίας, την Αθήνα μας. Σε τέτοιο βαθμό που οι περισσότεροι νομοταγείς πολίτες της έχουν τόσο έντονες στομαχικές διαταραχές που ξερνάν… σβάστικες! Το δεύτερο βέβαιο είναι ότι χιλιάδες προστάτες του πολίτη ξεχύνονται μηχανοκίνητοι ή πεζή στις ασφάλτους της πρωτεύουσας για να εξαρθρώσουν αυτή την αιμοσταγή λαθραία σπείρα που κλέβει και δολοφονεί… θέσεις εργασίας (κάτι ψευτοανατομικές καρέκλες που προσφέρουν απλόχερα σε τιμή ευκαιρίας τύποι σαν τον Δον Αντριάνο για όποιον έχει ακόμα γονείς με σύνταξη που θα συνεισφέρουν στο financing των καινοτόμων επιχειρήσεών τους, τόσο καινοτόμων όσο και το εργοστάσιο του Σόχο που πρωτολειτούργησε το 1761 στο Στάφορντσάιρ της Αγγλίας).

Εγώ ήμουν διακοπές στην Ύδρα. Απλώς διάβαζα εφημερίδες και έπινα ντάκιρι. Αμέτρητα ντάκιρι. Με φράουλα, όχι όπως αυτά που έπινα στην Κούβα. Το ντάκιρι με φράουλα είναι εντελώς αδερφίστικο, αλλά βαριέμαι να λογοφέρνω με καμένους τίγκα στα στεροειδή μπάρμαν του νησιωτικού Μεξικού. Αυτοί μόνο με φράουλα το ξέρουν. Εκεί που καθόμουν ψιλοζαλισμένος με πήραν σβάρνα τα ΜΑΤ που έτρεχαν να απεγκλωβίσουν τους πράκτορες του ΣΔΟΕ από το αστυνομικό τμήμα της Ύδρας. Γιος ταβερνιάρισσας είχε συλληφθεί με τη διαδικασία του αυτοφώρου, επειδή η μάνα του δεν έκοβε αποδείξεις και οργισμένοι συντοπίτες της είχαν περικλείσει το τμήμα με τους πράκτορες μέσα. Έπεσα από την καρέκλα μου, χτύπησα το κεφάλι μου και έχασα τις αισθήσεις μου. Όταν συνήλθα συνειδητοποίησα ότι δεν είχε χυθεί σταγόνα από το ντάκιρι με φράουλα. Αλλά εγώ έπεσα. Αυτό έμεινε εκεί. Αγέρωχο και λαχταριστό ανάμεσα στα δάχτυλά μου. Αλλά και τα ΜΑΤ ήταν ακόμα εκεί. Η Ύδρα όμως είχε φύγει. Ήμουν σε κάποιον περίεργο χώρο που θύμιζε κλειστή αγορά. Έστριψα το κεφάλι μου να δω τι γίνεται και το βλέμμα μου έπεσε σε ένα σφυροδρέπανο ζωγραφισμένο στον τοίχο. Από κάτω έγραφε: «η αντίσταση κάνει γυμνισμό». Υπογραφή: Π.Γ.. Δεν με ένοιαξε. Ούτως ή άλλως, το Μεξικό δεν έχει κανένα νησί που να το λένε Ύδρα. Αναρωτιόμουν όμως τι κάνει ένας πολεμικός ανταποκριτής με ένα ντάκιρι φράουλα στο χέρι φαρδύς πλατύς στα πλακάκια της αγοράς Κυψέλης; Ούτε αγορά Κυψέλης υπάρχει στο Μεξικό. Και αυτό το «λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και τ’ αγόρι μου» σχήμα λόγου ήταν, ξηγημένοι;

Περιοδικό λεύγα τ. 8 (Σεπτ. 2012), σ. 67-71.

Δευτέρα 5 Μαρτίου 2012

Όλγα Καρυώτη: Γενική Πλατεία


Η απόφαση της ΓΣΕΕ για ξαφνική γενική απεργία την Τρίτη 7 Φλεβάρη, ενόψει ψήφισης στη Βουλή του Μνημονίου 2, λίγο καιρό μετά τον «κοινωνικό διάλογο» με τις εργοδοτικές οργανώσεις, βρήκε τους ταξικούς αγωνιστές κάπως απροετοίμαστους, συνηθισμένοι όπως είναι σε γενικές απεργίες που ανακοινώνονται ακόμα και δυο μήνες νωρίτερα. Το ΠΑΜΕ, ενώ αρχικά είχε επιχειρήσει να στρώσει το πεδίο για γενική απεργία την Πέμπτη 9 Φλεβάρη, είχε ήδη επιδείξει σημάδια υπαναχώρησης πριν την κήρυξη της απεργίας της Τρίτης, έχοντας αντιληφθεί είτε τις αρνητικές διαθέσεις των εργαζόμενων είτε τις προθέσεις του Παναγόπουλου. Μια μέρα πριν την κήρυξη της γενικής απεργίας της Τρίτης, ο Συντονισμός Πρωτοβάθμιων Σωματείων –ένα εγχείρημα που, ενώ ξεκίνησε με ενθουσιασμό από το 2009, αντί να ισχυροποιηθεί μέσα από την όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων έχει πλέον περιοριστεί κυρίως στους συνδικαλιστές των συνιστωσών της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ακολουθώντας την πεπατημένη των σωματείων-εκλογικών τερέν στην Ελλάδα– συνεδρίαζε στο Πολυτεχνείο. Εκεί, ένα ισχυρό ρεύμα νοσταλγίας της καλοκαιρινής πλατείας Συντάγματος φάνηκε να επενδύει περισσότερο στις λαϊκές συνελεύσεις των γειτονιών και λιγότερο στους εργαζόμενους και τα σωματεία τους. Η γενική απεργία στην πράξη ερχόταν σε δεύτερη μοίρα σε σχέση με τη διάθεση για διοργάνωση απογευματινών συγκεντρώσεων και την προσπάθεια για αναβίωση της μυθικής εκείνης πλατείας που λειτουργούσε ως ένα παράδοξο διαταξικό κέντρο αγώνα για την ανατροφοδότηση του αγωνιστικού φρονήματος των πάσης φύσεως αγανακτισμένων.

η συνέχεια στην έντυπη λεύγα

Δευτέρα 9 Ιανουαρίου 2012

Όλγα Καρυώτη: Οι Μανωλάδες γίνονται ΕΟΖ

Ή όταν νομιμοποιείται το σύμβολο της εθνικής κυριαρχίας

Μετά τις δηλώσεις του υφυπουργού Οικονομίας της Γερμανίας, Στέφαν Καπφέρερ, σχετικά με την αναγκαιότητα δημιουργίας Ειδικών Οικονομικών Ζωνών (ΕΟΖ) για τη διάσωση της ελληνικής οικονομίας και την αύξηση της ανταγωνιστικότητας, ήρθε στην επιφάνεια η προσπάθεια προώθησης τέτοιων εγχειρημάτων που καταβάλλεται εδώ και αρκετό καιρό από διάφορους τοπικούς και περιφερειακούς φορείς, οργανώσεις, διοικητικές αρχές όπως οι Περιφέρειες (με πιο χαρακτηριστική την περίπτωση της Πελοποννήσου), εμπορικά και βιομηχανικά επιμελητήρια, όπως της Μακεδονίας και της Θράκης κ.ά., και φυσικά το think tank Χρηματοοικονομικό Φόρουμ Θράκης, του οποίου η μελέτη για την υλοποίηση ΕΟΖ στη Θράκη έχει συμπεριληφθεί στον φάκελο του υπουργείου Ανάπτυξης που θα σταλεί για έγκριση στις Βρυξέλλες στις αρχές του 2012. Λέγεται επίσης ότι μετά τη Θράκη θα ακολουθήσουν η Ήπειρος, η Πελοπόννησος, η Θεσσαλία και η Αττική. Στις ΕΟΖ της Ελλάδας, οι επιχειρήσεις θα απολαμβάνουν μείωση φορολογικών συντελεστών τουλάχιστον κατά 10%. Οι διαδικασίες διαγωνισμών και αδειοδοτήσεων και οι διοικητικές διαδικασίες θα γίνονται σε ρυθμούς εξπρές (fast track) μέσω της δημιουργίας, αποκλειστικά για την ΕΟΖ, ανεξάρτητης διοικητικής αρχής που θα επιβλέπει την ταχεία διεκπεραίωση των διαδικασιών για την υλοποίηση των επενδύσεων, θα λειτουργεί με αποκλειστική ευθύνη της ελληνικής κυβέρνησης και θα αποτελέσει υπόδειγμα για την ελαχιστοποίηση των γραφειοκρατικών διαδικασιών σε όλη την επικράτεια. Όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς διαβεβαιώνουν ότι δεν θα θιγούν τα εργασιακά δικαιώματα· η ίδρυση ΕΟΖ στη Θράκη υποστηρίζεται με το επιχείρημα των έκτακτων οικονομικών συνθηκών στη χώρα και των συνθηκών αθέμιτου ανταγωνισμού που προκύπτουν λόγω γειτνίασης με τη Βουλγαρία και την Τουρκία, οι οποίες ήδη διαθέτουν ΕΟΖ.

Δευτέρα 7 Νοεμβρίου 2011

Όλγα Καρυώτη: Τύπατε; Ορίστε; Συγγνώμη, κύριε…


Το ΤΥΠΑΤΕ (Ταμείο Υγείας Προσωπικού Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος) ιδρύθηκε το 1934, λειτουργεί ως ασφαλιστικός οργανισμός των υπαλλήλων και συνταξιούχων της Αγροτικής Τράπεζας, και είναι ένα από τα τέσσερα αυτοδιαχειριζόμενα ταμεία υγείας εργαζομένων που υπάρχουν στη χώρα, μαζί με το ΤΥΠΕΤ (Εθνικής Τράπεζας), το ΑΤΠΣΥΤΕ (Τράπεζας της Ελλάδος) και τον ΕΔΟΕΑΠ (δημοσιογράφων). Αυτό σημαίνει ότι ανώτατο όργανο του ταμείου είναι η Γενική Συνέλευση των μελών του, εργαζομένων και συνταξιούχων. Άμεσα εκλεγμένο όργανο είναι το 13μελές Διοικητικό Συμβούλιο. Το Προεδρείο απαρτίζουν πέντε μέλη του, τα οποία υποχρεούνται να ζητήσουν από την Τράπεζα την απόσπασή τους στο Ταμείο Υγείας. Δηλαδή απολαμβάνουν τις πλήρεις αποδοχές τους, μόνο που εργασιακό τους καθήκον είναι η εκπροσώπηση των εργαζομένων για τη διαχείριση του ταμείου τους και όχι οι τραπεζικές υποθέσεις. Οι εκλογές διενεργούνται ανά τριετία, και μέχρι το 2004 με πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα, αναδεικνύοντας κυρίαρχη την παράταξη της ΔΗΣΥΕ (ΠΑΣΟΚ). Μόλις το 2007 τέθηκε σε εφαρμογή η απλή αναλογική, με τη ΔΗΣΥΕ να καταλαμβάνει 4 έδρες, τη ΔΑΚΕ (ΝΔ) 3, τη Συσπείρωση (Συνασπισμός-ΣΥΡΙΖΑ) 3 και την ΕΣΑΚ (ΚΚΕ-ΠΑΜΕ). Τα αποτελέσματα των τελευταίων εκλογών που διενεργήθηκαν τον Ιούνιο του 2010 έδωσαν 4 θέσεις στη ΔΗΣΥΕ, 4 θέσεις στη Συσπείρωση, 2 θέσεις στη ΔΑΚΕ και 1 θέση στην ΕΣΑΚ.